Λένε πως το χαρτί πέθανε. Ποιος θα αγοράσει μια εφημερίδα ή ένα περιοδικό, όταν το ατέλειωτο Ίντερνετ σου προσφέρει ενημέρωση άμεση και συνεχή; Ποιος θα πληρώσει για πληροφορίες που του παρέχονται δωρεάν; Ακούμε συχνά για ιστορικά έντυπα που κλείνουν ή μεταφέρονται στην οθόνη, περνώντας σε μιαν άλλη εποχή. Καμιά φορά, όμως, ακούμε και το ανάποδο. Γιατί η αλήθεια είναι ότι το χαρτί «πεθαίνει» από τότε που ανακαλύφθηκε το ραδιόφωνο και, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, είναι ακόμα εδώ. Έως και στην μικρή μας χώρα, το χαρτί επιζεί -και, κατά περιπτώσεις, αναγεννάται. Ίσως γιατί κάποιοι ακόμα δεν μπορούν να αντέξουν χωρίς την μυρωδιά του.
Μια τέτοια περίπτωση είναι το περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες. Αν δεν το ξέρεις, όπως δεν το ήξερα εγώ, είναι γιατί η ιστορία του ξεκινά την δεκαετία του ‘80, τότε που ήμουν αγέννητη. Τον Νοέμβριο του 1981, λοιπόν, η Άννα Λαμπράκη αποφασίζει να εκδόσει ένα περιοδικό για την αρχαιολογία, στοχεύοντας σε ένα κοινό με ενδιαφέρον για τον πολιτισμό και τις τέχνες στην Ελλάδα. Για τα επόμενα 30 χρόνια, η Αρχαιολογία έδωσε βήμα σε κορυφαίους Έλληνες και ξένους επιστήμονες, αλλά και ερασιτέχνες με αγάπη στο αντικείμενο. Από την μία συνέβαλε στην βιβλιογραφία και από την άλλη απελευθέρωσε την αρχαιολογία από τον κλειστό κύκλο των επαγγελματιών και την πρόσφερε στο ευρύ κοινό.
Παρά την προφανή επιτυχία του σε ανθρώπους που αγαπούν πεισματικά την αρχαιολογία, και μετά την απόσπασή της από τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, το 2010 η Αρχαιολογία αναστέλλει την έντυπη έκδοσή της και περνά στην διαδικτυακή εποχή. Η ιστοσελίδα www.archaiologia.gr κάθε Δευτέρα φιλοξενούσε πρωτότυπα επιστημονικά άρθρα και καθημερινά ενημέρωνε το κοινό της με πληροφορίες και ειδήσεις από τον χώρο της αρχαιολογίας. Παράλληλα, λειτουργεί ακόμα ως αρχείο των προηγούμενων τευχών, καθώς ο καθένας μπορεί δωρεάν να ξεφυλλίσει σελίδες από τα παλαιότερα τεύχη, όπως ακριβώς τυπώθηκαν και να δει φωτογραφίες πολιτιστικού περιεχομένου σε υψηλή ανάλυση. Το σάιτ προχώρησε το όραμα του περιοδικού ένα βήμα παραπέρα –έκανε την αρχαιολογία μοντέρνα και ελκυστική.
Όμως, όπως είπαμε, το χαρτί δεν ξεχνιέται εύκολα. Έτσι, μετά από 5 χρόνια διαδικτυακής παρουσίας, τον Δεκέμβριο του 2015 η έντυπη έκδοση επιστρέφει, με διευθυντή τον Γιάννη Σημηριώτη. «Δείτε το σαν μία συνέχεια», μας λέει ο Σημηριώτης, που ανέλαβε να συνεχίσει το περιοδικό που ίδρυσε η μητέρα του, Άννα Λαμπράκη. «Όλη η ύλη είναι διαθέσιμη και στην ιστοσελίδα. Το περιοδικό απευθύνεται μόνο σε αυτούς που θα έχουν ανάγκη το χαρτί. Δεν προσφέρει περισσότερη ύλη από όση μπορεί να βρει κάποιος στον διαδικτυακό τόπο της Αρχαιολογίας», εξηγεί. Αυτή η επιλογή απελευθέρωσε την ομάδα από τον βραχνά του τιμολογίου. «Αποφασίσαμε να μην κάνουμε οικονομία στο κόστος του περιοδικού ώστε να είναι όσο πιο ευχάριστο μπορούμε για τους αναγνώστες μας». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι αποφάσισαν να βγάζουν ένα περιοδικό που δεν θα αγοράζεται λόγω της τιμής του, αλλά ότι απευθύνονται στους χομπίστες του εντύπου. «Υποχρεωτικά, λόγω του υψηλού κόστους θα έχει και λίγους αναγνώστες, ως έντυπη μορφή. Είναι αδύνατο να διανέμεται στα περίπτερα και έτσι καταλήξαμε να το κάνουμε συνδρομητικό». Το πρώτο τεύχος της επανέκδοσης, ωστόσο, με αριθμό 119, κυκλοφόρησε στα περίπτερα ως έκδοση γνωριμίας, αποσπώντας θετικές κριτικές.
Ο Σημηριώτης μοιράστηκε μαζί μας σχόλια από αναγνώστες που καλοδέχτηκαν την νέα έκδοση. Ο Χρίστος Γ. Ντούμας, ομ. καθηγητής αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ, λέει: «Δεν θέλω να κρυφτώ πίσω από το δάχτυλο! Η διακοπή της έντυπης έκδοσης του περιοδικού Αρχαιολογία και Τέχνες με είχε λυπήσει. Όχι τόσο για λόγους συναισθηματικούς, όσο γιατί οι ηλεκτρονικές εκδόσεις μού μοιάζουν… έπεα πτερόεντα! Δεν ξέρω, ίσως φταίει η ηλικία μου. Όμως από το να αποχαυνώνομαι μπροστά σε μια οθόνη προτιμώ τη ζεστασιά ενός έντυπου. Γι’ αυτό με χαροποίησε ιδιαίτερα το ξάφνιασμα να ξαναπιάσω στα χέρια μου ένα καινούργιο τεύχος της Αρχαιολογίας και θέλω να ευχαριστήσω και να συγχαρώ για την πρωτοβουλία της επανέκδοσης του περιοδικού». Και η Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, αρχαιολόγος και επίτιμη έφορος αρχαιοτήτων, υποδέχτηκε το περιοδικό με χαρά και ενθουσιασμό: «Σαφώς με γοητεύει το χαρτί και η έντυπη ενημέρωση, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Πιστεύω ότι συμπληρώνει όλο το υπόλοιπο διαδικτυακό έργο του περιοδικού, δηλαδή της Άννας Λαμπράκη και της ομάδας που το ασκεί και είναι μοναδικά χρήσιμο εργαλείο ενημέρωσης για όλο τον πολιτισμό και όχι αποκλειστικά και ξερά για τις αρχαιότητες».
Στο νέο τεύχος περιέχονται άρθρα που έχουν ήδη δημοσιευθεί στο διαδίκτυο, επικαιροποιημένα με τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα από τους συγγραφείς, ενώ ο αρχαιολογικός οδηγός και το πολύπτυχο που το συνοδεύει είναι πρωτότυπο υλικό. Τα υπόλοιπα 3 τεύχη του 2016 (σ.σ: το περιοδικό είναι τετραμηνιαίο) θα ακολουθήσουν το ίδιο μοτίβο, ενώ από το 2017 το περιοδικό θα φιλοξενεί αδημοσίευτα άρθρα, τα οποία στην συνέχεια θα αναρτώνται και στην ιστοσελίδα. Η σχέση διαδικτύου-περιοδικού θα είναι «αυτή που ήταν όλα αυτά τα χρόνια. Το καλό με τον διαδικτυακό τόπο είναι πως δεν έχει μεταβλητά κόστη όπως το χαρτί και το τυπογραφείο, οπότε μπορεί να δουλεύει ως κύρια πηγή ενημέρωσης, μιας και ανεβάζει ειδήσεις που είναι αδύνατο να τις προλάβει ένα τετραμηνιαίο τεύχος. Επιπρόσθετα έχουμε την άνεση να ανεβάζουμε και την ύλη του περιοδικού, γνώμες και απόψεις, και όλα αυτά χωρίς να σκεφτόμαστε τη σελιδοποίηση. Για όλους πιστεύω, όπως και για εμένα, ο δικτυακός τόπος είναι το σημείο αναφοράς της αρχαιολογίας και το τεύχος μια όμορφη υλοποίηση των σημαντικότερων κειμένων του», καταλήγει ο Σημηριώτης.
Όσοι ακόμα πιστεύουν στις έντυπες εκδόσεις και είναι συνδρομητές στα αγαπημένα τους περιοδικά, έστω κι αν η αρχαιολογία δεν είναι το φόρτε τους, μπορούν μόνο να ευχηθούν να είναι καλοτάξιδο.