Κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής στην Ειδομένη του Κιλκίς μια μπλε πινακίδα σε σχήμα ρόμβου με δύο λευκές, παράλληλες, γραμμές σηματοδοτεί το πέρασμα των συνόρων για τα Σκόπια, ενώ δεξιά και αριστερά απλώνονται χωράφια γεμάτα ηλιόσπορους και καλαμπόκια. Για τους μετανάστες, που παρέμειναν εγκλωβισμένοι στην «ουδέτερη ζώνη» όπως λέγεται, η Ειδομένη και τα Σκόπια δεν είναι παρά ενδιάμεσοι σταθμοί ενός επίπονου και ριψοκίνδυνου ταξιδιού που για τους περισσότερους ξεκίνησε από τη Συρία για να καταλήξει σε κάποια χώρα της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης μέσω της Σερβίας.
Το μεσημέρι του Σαββάτου οι περίπου 3.000 μετανάστες είχαν ήδη περάσει από την αφόρητη ζέστη στη δυνατή νεροποντή. Το μοναδικό τους καταφύγιο ήταν μερικά αντίσκηνα τα οποία χρυσοπλήρωσαν, υπνόσακοι και νάιλον αδιάβροχα που είχαν λιώσει πάνω στα μουσκεμένα ρούχα τους. Το προηγούμενο βράδυ όσοι μπόρεσαν το πέρασαν στα τρία κοντινά ξενοδοχεία της περιοχής, ενώ άλλοι βρήκαν ένα πρόχειρο κατάλυμα. Το πρωί μια ακόμη λάθος πληροφορία για ένα πιθανό άνοιγμα των συνόρων δημιούργησε ένα νέο κύμα μεταξύ των συγκεντρωμένων που έτρεξαν προς το συρματόπλεγμα και διαπληκτίστηκαν με τους πάνοπλους αστυνομικούς της ΠΓΔΜ. Δίπλα μου ένας άντρας κοντά στα 40, με τα πόδια του βουτηγμένα στη λάσπη και ένα μικρό παιδί σκαρφαλωμένο στους ώμους του προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή των αστυνομικών που φρουρούν το πέρασμα. «Που είναι η καρδιά σας», φωνάζει στα αγγλικά.
Η βροχή δυναμώνει ξανά και το πλήθος σκορπίζει για να βρει καταφύγιο. Πλαστικά μπουκάλια, κονσέρβες και υπολείμματα τροφών, σχισμένα ρούχα και παπούτσια, γίνονται πολύ γρήγορα μια άμορφη μάζα σκουπιδιών μέσα στη λάσπη που δημιουργεί η βροχή. Οι σκηνές μπάζουν νερά, οι γυναίκες προσπαθούν να ηρεμήσουν τα παιδιά που κλαίνε, ενώ ομάδες ανθρώπων με τα υπάρχοντα τους σε σακίδια πλάτης παίρνουν ξανά το δρόμο για το χωριό για να βρουν καταφύγιο. Το κλιμάκιο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα δίνει συνεχώς αντιπυρετικά για τα παιδιά και προσπαθεί να εξυπηρετήσει όσους έχουν ανάγκη ιατρικής φροντίδας. «Τον πρώτο καιρό τα περιστατικά που αντιμετωπίζαμε ήταν τραύματα από την πολύωρη πεζοπορία, ενώ αυτές τις μέρες έχουμε συναντήσει τα πάντα, από διαβητικούς που χρειάζονται φροντίδα μέχρι έγκυες γυναίκες», μας λέει ο Αιμίλιος Δούνιας. Έστησαν χημικές τουαλέτες, δεξαμενές πόσιμου νερού και μοιράζουν στους μετανάστες από ένα σακίδιο με προσωπικά είδη υγιεινής, κάλτσες, καπέλο και αδιάβροχο για το μακρύ τους ταξίδι, ενώ μαζί με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ και τις εθελοντικές οργανώσεις αλληλεγγύης είναι οι μόνοι που επιχειρούν στην περιοχή.
Η βροχή σταματά και η αναμονή αρχίζει ξανά. Οικογένειες κάθονται δίπλα στο συρματόπλεγμα και περιμένουν στωικά. Ορισμένοι, εξαντλημένοι από τις κακουχίες, κοιμούνται σε χαρτόκουτα πάνω στη λάσπη, άλλοι ανάβουν πρόχειρες φωτιές για να ψήσουν καλαμπόκια που πήραν από τα τριγύρω χωράφια, γυναίκες προσπαθούν να ηρεμήσουν τα μωρά στην αγκαλιά τους, ενώ άλλοι, απελπισμένοι από την πολυήμερη αναμονή, ψάχνουν τρόπο να γυρίσουν πίσω στην Αθήνα. Γύρω από την καντίνα που έχει στρατοπεδεύσει στην περιοχή σχηματίζονται ουρές για ένα σάντουιτς και καφέ, ενώ χρυσές δουλειές κάνουν φορτηγάκια φορτωμένα με φρούτα και τυρόπιτες.
Τελικά, λίγο πριν από τις τρεις το μεσημέρι το συρματόπλεγμα άνοιξε για να περάσουν ολιγομελείς ομάδες των 10 – 15 ατόμων και επικράτησε πανδαιμόνιο. Σε κάθε άνοιγμα ο έλεγχος χανόταν και το πλήθος που βρίσκονταν πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή προσπαθούσε να περάσει, άνθρωποι έπεφταν πάνω στο συρματόπλεγμα, γονείς προσπαθούσαν να περάσουν τα παιδιά τους, γυναίκες γυρνούσαν πίσω για να περιμένουν την εγκλωβισμένη οικογένεια τους, ενώ οι αστυνομικοί της γειτονικής χώρας προσπαθούσαν να απωθήσουν τους συγκεντρωμένους με χρήση γκλομπ και χειροβομβίδων κρότου λάμψης τραυματίζοντας ορισμένους ελαφρά. Μέχρι το βράδυ η πλειονότητα των συγκεντρωμένων μεταναστών κατάφερε να παρακάμψει τον αστυνομικό κλοιό και να περάσει τα σύνορα από παράπλευρες διόδους, πέρα από το φυλασσόμενο συρματόπλεγμα.
Οι εικόνες εξαθλίωσης των τελευταίων ημερών που έκαναν τον γύρο του κόσμου δεν καταδεικνύουν μόνο τα τραγικά αποτελέσματα των συνεχιζόμενων πολεμικών συγκρούσεων, που οδηγεί ολόκληρες οικογένειες στην άλλη άκρη του κόσμου, αλλά και την αδυναμία μιας χώρας, ενός διοικητικού συστήματος, να προσφέρει έστω και προσωρινά, ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης για τους χιλιάδες ανθρώπους που βρέθηκαν στο έδαφος της, στη μέση του πουθενά.