
Στις καταθέσεις των τελευταίων μαρτύρων υπεράσπισης που έχουν προηγηθεί στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, η θεία του γυναικοκτόνου και κατηγορούμενου για τη δολοφονία της Κυριακής Γρίβα έξω από το Α.Τ. Αγίων Αναργύρων, Θανάση Κουρέλη, έχει περιγράψει τον ανιψιό της ως έναν ψυχικά επιβαρυμένο άνθρωπο, ακολουθώντας τη γραμμή υπεράσπισης που ζητάει τον μειωμένο καταλογισμό για την πράξη του.
Σύμφωνα με την ίδια, εντός του 2023 «θεωρούσε πως τον καταδιώκουν όλοι», ενώ το βράδυ πριν τη δολοφονία της 28χρονης κοπέλας, όταν και πήγε στο σπίτι της για να μιλήσουν, η ίδια τόνισε πως «ήταν πολύ χάλια γιατί ήταν οριστικός ο χωρισμός τους» - πράγμα το οποίο ο δράστης αρνήθηκε κατά τη σημερινή του απολογία, και, πέφτοντας σε αντιφάσεις, ισχυρίστηκε πως μετά από εκείνη τη συνάντηση προσπαθούσαν να είναι και πάλι μαζί.
Τόσο η θεία του όσο και μια ξαδέλφη του 40χρονου κατηγορούμενου η οποία κατέθεσε στη συνέχεια, ανέφεραν πως ο γυναικοκτόνος είχε διαγνωστεί με διπολική διαταραχή, κάτι που ο ιατρικός του φάκελος διαψεύδει, αφού όλα τα ιατρικά του έγγραφα μέχρι και την τελευταία του νοσηλεία πριν τον φόνο, αναφέρονταν σε χρήση ναρκωτικών και καταθλιπτικές συνδρομές. Παράλληλα, επιδιώκοντας να αποδυναμώσει το κίνητρο της ζήλιας του δράστη για την πράξη του, κατέθεσε πως «η πιο έντονη ζήλια ήταν από την πλευρά της Κυριακής».
Αμετανόητος ο γυναικοκτόνος - Απόλυτη άρνηση της κακοποιητικής του συμπεριφοράς
Κατά την είσοδο στην - μικρή για τα δεδομένα μιας δημόσιας δίκης - αίθουσα όπου πραγματοποιήθηκε η σημερινή συνεδρίαση, τα μέτρα ασφαλείας ήταν αυξημένα, με σωματικό έλεγχο να πραγματοποιείται σε όσους/ες ήθελαν να παρακολουθήσουν τη δικάσιμο. Ο χώρος είναι κατάμεστος. Γονείς, συγγενείς, φίλοι, δημοσιογράφοι και αλληλέγγυοι/ες περίμεναν την απολογία του δράστη, την αγόρευση της Εισαγγελέως και ακολούθως την ετυμηγορία των δικαστών και των ενόρκων που αναμένεται να ανακοινωθεί μέχρι τα μέσα της εβδομάδας.
Ο κατηγορούμενος, φρουρούμενος από αστυνομικές δυνάμεις, ανεβαίνει στο βήμα, και, σχεδόν ψιθυριστά απαντά σε όλες τις ερωτήσεις της Προέδρου, παρουσιάζοντας καθ' όλη τη διάρκεια της απολογίας του τη σχέση του με την Κυριακή ως ιδανική, ακόμα και τη νύχτα πριν τη δολοφονία της.
Παρά τις συνεχείς παρακλήσεις συγγενών και δημοσιογράφων, να μιλήσει ο δράστης πιο δυνατά, η πρόεδρος σχολίασε ότι το ζητούμενο είναι «τα πρακτικά να είναι σωστά», αποδυναμώνοντας τη σημασία του δημόσιου χαρακτήρα της δίκης, τόσο λόγω των ευθυνών της αστυνομίας για τη μη προστασία της Κυριακής στο Α.Τ., όσο και του έμφυλου προσήμου που τη συνοδεύει. Μπορεί άλλωστε να μην υφίσταται (ακόμη) η νομική κατοχύρωση της γυναικοκτονίας, ωστόσο στη συνείδηση της κοινής γνώμης η υπόθεση έχει καταγραφεί δικαίως έτσι.
Προβάλλοντας επαναλαμβανόμενα τον ισχυρισμό ότι έχει κενό μνήμης από το βράδυ της δολοφονίας και ότι προηγουμένως είχε πάει έξω από το σπίτι της Κυριακής με το μαχαίρι του φόνου διότι ήθελε να.. κάνει κακό στον εαυτό του, αρνήθηκε επανειλημμένα κάθε κακοποιητική και χειριστική συμπεριφορά προς την ίδια στη σχέση τους. «Χάρηκε που με είδε, μου άνοιξε και μπήκα. Κάθισα τρεις ώρες. Δεν τα θυμάμαι όλα. Θυμάμαι ότι μιλήσαμε, κλάψαμε, γελάσαμε, κάναμε έρωτα…», είπε μάλιστα αναφερόμενος στη συνάντησή τους το βράδυ πριν διαπράξει το έγκλημα, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, όπως την κατέθεσαν οι οικείοι της Κυριακής, αλλά και όπως αυτή αποδεικνύεται από την απόφαση του κατηγορούμενου να της αφαιρέσει τη ζωή.
Ακόμα, ενοχοποιώντας το θύμα, κατέθεσε πως η Κυριακή προέβη σε έκτρωση μετά από έναν έντονο τσακωμό που είχαν, διότι ο ίδιος δεν είχε ασχοληθεί για να γράψει ένα σπίτι της μητέρας του στο όνομά τους. Παρά το γεγονός ότι η μητέρα της Κυριακής είχε κάνει λόγο για βιασμό της κόρης της από τον κατηγορούμενο, εξαιτίας του οποίου απέβαλε και στη συνέχεια απευθύνθηκε σε γυναικολόγο προκειμένου να γίνει απόξεση, η Κυριακή βρέθηκε «και κατηγορούμενη και μαχαιρωμένη», όπως επεσήμανε η πρόεδρος, αφού ο γυναικοκτόνος είχε πραγματοποιήσει μήνυση εναντίον της.
Κάπου εκεί, προσπαθούσαμε να καταλάβουμε για ποια «ιδανική σχέση» και μη κακοποιητική μιλούσε ο κατηγορούμενος.
Mέσα από τις ερωτήσεις του δικαστηρίου, αποδομήθηκε και ο υπερασπιστικός ισχυρισμός του κατηγορούμενου, πως είχε δει φωτογραφία της Κυριακής με τον πρώην σύντροφό της αναρτημένη στο Facebook - κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από κάποιο στοιχείο της δικογραφίας. Η φωτογραφία που φαίνεται να είχε δει ο κατηγορούμενος, ήταν της ίδιας της Κυριακής (η τελευταία της ανάρτηση), στην οποία η κοπέλα έγραφε πως αισθάνεται γαλήνη - μια γαλήνη που ο γυναικοκτόνος δεν μπορούσε να δεχτεί ότι μπορεί να ένιωθε χωρίς εκείνον στη ζωή της, αφού είχαν πλέον χωρίσει.
«Ήθελα να κάνω κακό στον εαυτό μου… Ήθελα να το κάνω μπροστά στην Κική για να την πονέσω…» είπε ο δράστης στην απολογία του, επιμένοντας πως δεν θυμάται τίποτα από τη στιγμή της δολοφονίας. «Λυπάμαι πολύ. Μακάρι να ήμουν εγώ στη θέση της Κυριακής… άμα ήταν τώρα εδώ θα την άφηνα ήσυχη», είπε ολοκληρώνοντας, χωρίς να ζητήσει συγγνώμη και με την εισαγγελέα να σχολιάζει εμφανώς ενοχλημένη: «Δεν την αφήσατε όμως…».
Το βίαιο προφίλ του κατηγορούμενου μέσα από την αγόρευση της εισαγγελέως
Η εισαγγελέας της έδρας, Βασιλική Δημοπούλου, έδειξε την ευαισθησία της απέναντι σε ένα έγκλημα που, πέρα από τις νομικά κατοχυρωμένες βάσεις του, θεμελιώνεται στη σεξιστική και πατριαρχική αντίληψη ότι οι γυναίκες αποτελούν κτήματα των αντρών. Ζητώντας την ενοχή του κατηγορούμενου, χωρίς η ίδια να του αναγνωρίζει μειωμένο καταλογισμό, σημείωσε απευθυνόμενη στο ακροατήριο πως «η μεταφορική χρήση του ρήματος "χάνομαι" (σ.σ. το οποίο χρησιμοποιούσε η Κυριακή για να περιγράψει πώς ένιωθε στην αγκαλιά του κατηγορούμενου), έγινε πραγματικότητα γιατί την ώρα που ξεψυχούσε η τελευταία της λέξη ήταν "χάνομαι"», κάνοντας τη μητέρα της Κυριακής και την αδελφή της να ξεσπάσουν σε κλάματα.
Η εισαγγελική λειτουργός περιέγραψε την Κυριακή ως ένα κορίτσι γεμάτο όνειρα τα οποία δεν πρόλαβε να εκπληρώσει εξαιτίας της σχέσης της με τον κατηγορούμενο, αφού ο ίδιος δεν την είχε αφήσει να ασχοληθεί με την αγιογραφία στην οποία είχε ταλέντο και να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών. Τη χαρακτήρισε ακόμα ευγενική, τρυφερή, δοτική και ανεκτική - αξίες που όπως σημείωσε η ίδια, είχε αποκτήσει από την οικογένειά της.
«Η σχέση έληξε το 2024 εξαιτίας της κακοποιητικής συμπεριφοράς του κατηγορούμενου», είπε κατηγορηματικά στη συνέχεια η εισαγγελέας, η οποία σκιαγράφησε την προσωπικότητα του δράστη μέσα από τις μαρτυρίες προσώπων από το οικογενειακό περιβάλλον της Κυριακής. Όπως αποκάλυψε χειρόγραφο γράμμα της εκλιπούσας που προοριζόταν για τον γυναικοκτόνο (ο γραφικός χαρακτήρας της οποίας επιβεβαιώθηκε από παλαιότερο δείγμα γραφής της), εκείνος της έλεγε τι θα φορέσει, αν είναι κοντή φούστα αν είναι έντονο το κραγιόν, με ποιον θα μιλήσει κ.ά.
Για την κακοποιητική συμπεριφορά του κατηγορούμενου μίλησε και η αδερφή της Κυριακής, όπως υπενθύμισε η εισαγγελέας. «Επεδείκνυε όπως είπε εμμονική ζήλεια για να την αποκόψει από το φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον», είχε καταθέσει, ενώ η μητέρα του κατηγορούμενου είχε αποδώσει κατ' εξακολούθηση τη συμπεριφορά του γιου της σε ψυχολογικά προβλήματα που ο ίδιος αντιμετώπιζε λόγω της διπολικής διαταραχής.
Δίχως να αφήσει περιθώρια για να αποδοθεί στον κατηγορούμενο ο μειωμένος καταλογισμός εξαιτίας της διπολικής διαταραχής την οποία επικαλείτο, και, παρά την εσφαλμένη και ξεπερασμένη δήλωσή της πως πρόκειται για ένα «έγκλημα πάθους», η κα. Δημοπούλου τόνισε πως, «Ο κατηγορούμενος είναι κακοποιητικό άτομο. Τη θεωρεί κτήμα του. Ελέγχει τη ζωή της. Προσπαθεί να την απομονώσει από το φιλικό περιβάλλον το οποίο και πέτυχε. Της είχε αγοράσει ένα smart watch και είχε εγκαταστήσει λογισμικό παρακολούθησης».
Σχετικά με τη διακοπή της εγκυμοσύνης της Κυριακής, το περιβάλλον της κοπέλας είχε καταθέσει ότι ήταν αποτέλεσμα αποβολής λόγω βιασμού από τον δράστη, ενώ η μητέρα του κατηγορούμενου είχε πει ότι η Κυριακή είχε εξοργιστεί μαζί του γιατί αποπειράθηκε να τη βιάσει, και έτσι αποφάσισε να προχωρήσει σε έκτρωση. «Η ουσία είναι ότι βιαιοπράγησε εναντίον της ενώ ήταν έγκυος. Τελικά ο γάμος ακυρώνεται. Το ζευγάρι χωρίζει και σε ένα μήνα έχουμε επανασύνδεση», σχολιάζει η εισαγγελέας, λέγοντας με βεβαιότητα πως ο κατηγορούμενος κακοποιούσε την Κυριακή.
Σαφές είναι για την ίδια και το ότι, μετά από την τρίωρη συζήτηση που είχαν στο σπίτι της, η Κυριακή ξεκαθαρίζει στον γυναικοκτόνο πως δεν θα υπάρξει μεταξύ τους επανασύνδεση, αλλά και το ότι η ίδια η εκλιπούσα κάλεσε στο τηλέφωνο τη μητέρα του δράστη για να έρθει να τον πάρει από το σπίτι της από το οποίο δεν έφευγε.
Τα λεπτά του εγκλήματος και η αποδόμηση του μειωμένου καταλογισμού
Διευκρινίζοντας πως για τους αστυνομικούς του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων εκκρεμεί δικογραφία για παράβαση καθήκοντος στην κύρια ανάκριση, η εισαγγελέας περιγράφει όσα διαδραματίστηκαν στο Τμήμα πριν και κατά τη διάρκεια της δολοφονίας. Σύμφωνα με την ίδια, «Ο κατηγορούμενος είχε σταθμεύσει τη μοτοσυκλέτα του, έπεσε με ορμή πάνω στη Κυριακή κρατώντας μαχαίρι που είχε πάρει από το σπίτι του και της κατάφερε χτυπήματα.
Ο κατηγορούμενος ενήργησε ψύχραιμα, μεθοδικά και με νηφαλιότητα όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων. Ο κατηγορούμενος επικαλείται μειωμένο καταλογισμό αλλά μέσα σε επτά μόνο δευτερόλεπτα έπληξε το σώμα της Κυριακής σε καίρια σημεία. Οι δύο πρώτες μαχαιριές ήταν στην πλάτη. Μετά γύρισε η Κυριακή να τον κοιτάξει της κατάφερε άλλες δύο και η τελευταία μαχαίρια ήταν και πάλι στην πλάτη».
Τα τραύματα δε που προκάλεσε στον εαυτό του ήταν επιφανειακά, όπως σημείωσε η εισαγγελική λειτουργός. Σύμφωνα με την ίδια, ο κατηγορούμενος αυτοτραυματίστηκε γιατί έχει συνειδητοποιήσει πως έχει σκοτώσει τη Κυριακή και δεν είχε καμία πρόθεση να δώσει τέλος στη ζωή του. «Λειτούργησε έτσι για να τον λυπηθούν ή να δημιουργήσει κάποιο άλλοθι και να πει, να, κι εγώ προσπάθησα να αυτοκτονήσω γιατί έχω ψυχολογικά προβλήματα. Είμαι πεπεισμένη ότι παρακολουθούσε το gps και γνώριζε που ήταν γιατί είχε ενεργοποιήσει τους κωδικούς της. Ήταν τόσο άρρωστος με τη Κυριακή είναι παθολογική η ζήλια ή η.. αγάπη του.. τι να πω», είπε καυστικά η εισαγγελέας-καταπέλτης.
«Μας λέει ότι πάσχει από αυτή τη σοβαρή νόσο που περιορίζει την ικανότητά του να αντιλαμβάνεται το άδικο», επεσήμανε ακολούθως, αναλύοντας το ιατρικό ιστορικό του κατηγορούμενου και τις νοσηλείες που έχει πραγματοποιήσει λόγω χρήσης ηρωίνης και άλλων ουσιών, αλλά και της καταθλιπτικής συμπεριφοράς ως απόρροια της συστηματικής χρήσης. «Αυτή η κατάσταση σε συνδυασμό με τη χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών επιδεινώνουν την κατάσταση του και ενδυναμώνουν την νοητική έκπτωση».
«Ούτε το 2023 αποφαίνεται κάποιος ψυχίατρος ότι ο κατηγορούμενος πάσχει από διαπλοκή διαταραχή. Στο εξιτήριο του Νοεμβρίου 2023 αναφέρονται άλλες ψυχολογικές διαταραχές με βάση τις αναφορές του κατηγορούμενου. Από τον ιατρικό φάκελο από το 2013 μέχρι και το 2023 προκύπτει ότι οι νοσηλείες του σε παθολογικά και ψυχιατρικά τμήματα πραγματοποιούνται λόγω στέρησης από ναρκωτικές ουσίες και συμπτώματα καταθλιπτικά και όχι λόγω ψυχολογικών προβλημάτων. Υπάρχει μόνο μια αναφορά για διαπλοκή διαταραχή.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που έκανε χρήση αλκοόλ και να έχει λάβει τα συγκεκριμένα φάρμακα. Συνεπώς γιατί δεν είχε σκοτώσει άλλη φορά άνθρωπο; Ο ψυχίατρος μας λέει ότι δεν ήταν σε κατάσταση μέθης ούτε η λήψη των φαρμάκων προκαλεί μείωση του καταλογισμού. Είχε πλήρη συνείδηση όπως διαγνώστηκε από το σχετικό τεστ που υποβλήθηκε το ίδιο βράδυ της δολοφονίας που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Επιπλέον, λίγες ώρες μετά το φόνο αποφαίνονται οι ψυχίατροι στο Δαφνί ότι δεν υπάρχει διάταξη και για αυτό δεν διατάχθηκε ο εγκλεισμός του. Ο πραγματογνώμονας μάλιστα χαρακτηρίζει ως μη αληθή τον ισχυρισμό του για τα κενά μνήμης που επικαλείται. Δεν χαρακτηρίζεται ούτε καν εξαρτημένο άτομο»
Και συνέχισε τονίζοντας: «Ο κατηγορούμενος δεν συνεισέφερε κάποιο στοιχείο. Και ως εκ τούτου από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι το χρόνο που έπραξε τα εγκλήματα από σοβαρή ψυχική νόσος που να μειώνει τον καταλογισμό του. Οι νοσηλείες του ήταν λόγω στερητικών συμπτωμάτων. Συνεπώς δεν υφίσταται διπολική διαταραχή. Καμία ψυχιατρική διαταραχή δεν τον οδήγησε στο έγκλημα.
Δεν πήγε έξω από το σπίτι της Κυριακής για να αυτοκτονήσει. Την παρακολουθεί μέσω του gps και πήγε εκεί για να την σκοτώσει. Έχει τον απόλυτο έλεγχο, κινείται γρήγορα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη σύγχυσης. Κάθε του κίνηση δείχνει ότι έχει τον απόλυτο έλεγχο. Δεν είναι παρόρμηση της στιγμής. Το είχε σχεδιάσει. Η αίτια είναι ερωτική. Το θεωρώ έγκλημα πάθους. Είχε αναπτύξει αισθήματα εκδίκησης», είπε καταληκτικά, με το ακροατήριο να ξεσπάει σε λυγμούς γεμάτους ελπίδα για δικαίωση.