Η είδηση πέρασε στα ψιλά. Στις 11 Σεπτεμβρίου, 23 διεθνείς και εθνικές ενώσεις Τύπου μαζί με οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης, ανάμεσά τους και ο ελληνικός ΟΣΔΕΛ (Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου), έστειλαν επιστολή στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Το αίτημά τους: να διασφαλιστεί ότι το Δικαίωμα Εκδοτών Τύπου θα εφαρμοστεί πλήρως, ώστε οι εκδότες να λαμβάνουν δίκαιη αποζημίωση από τις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες.
Με απλά λόγια, το ζήτημα είναι το εξής:
Ο τρόπος με τον οποίο ενημερωνόμαστε έχει αλλάξει ριζικά. Οι ειδήσεις έχουν μεταφερθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στο διαδίκτυο, όπου παντοκράτορες είναι η Google, η Meta, η Microsoft και άλλοι τεχνολογικοί κολοσσοί. Οι πλατφόρμες αυτές αξιοποιούν το δημοσιογραφικό περιεχόμενο –άρθρα, τίτλους, αποσπάσματα– χωρίς άδεια και χωρίς να πληρώνουν ούτε ένα ευρώ σε όσους το παρήγαγαν. Την ίδια στιγμή, συγκεντρώνουν τεράστια έσοδα από διαφημίσεις βασισμένες ακριβώς στο περιεχόμενο αυτό.
Το αποτέλεσμα; Οι εκδότες βλέπουν τα έσοδά τους να συρρικνώνονται δραματικά. Μόνο την περίοδο 2010-2014, τα συνολικά έσοδα από τον έντυπο Τύπο μειώθηκαν κατά 13,45 δισ. ευρώ, ενώ τα ψηφιακά έσοδα αυξήθηκαν μόλις κατά 3,98 δισ. ευρώ – μια καθαρή απώλεια σχεδόν 9,5 δισ. ευρώ. Οι συνέπειες ήταν αναμενόμενες: περικοπές, απολύσεις και, ιδίως στα μικρότερα ΜΜΕ, ορατός κίνδυνος «λουκέτων».
Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέσπισε το 2019 την Οδηγία 2019/790 για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στην Ψηφιακή Ενιαία Αγορά. Κομβικό σημείο της, το Άρθρο 15: το Δικαίωμα Εκδοτών Τύπου. Με αυτό, οι εκδότες αποκτούν νομικά το δικαίωμα να διεκδικούν αμοιβή από τις ψηφιακές πλατφόρμες που χρησιμοποιούν το περιεχόμενό τους.
Η Ελλάδα ενσωμάτωσε την Οδηγία στον εθνικό δίκαιο με τον Νόμο 4996/2022. Ωστόσο, για να γίνει πράξη, απομένει να εκδοθεί ο Κανονισμός που θα καθορίζει με ακρίβεια πώς θα υπολογίζεται η αποζημίωση των εκδοτών. Την ευθύνη γι’ αυτό έχει αναλάβει η ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων).
Και εδώ εδράζεται ο πυρήνας της ανησυχίας. Οι 23 φορείς έχουν πληροφορηθεί ότι η ΕΕΤΤ αναμένεται να ταυτιστεί με τις θέσεις των μεγάλων πλατφορμών και να εξαιρέσει τα έμμεσα έσοδα των τελευταίων από τον υπολογισμό. Προειδοποιούν λοιπόν ότι, εάν το πράξει, τότε το Δικαίωμα Εκδοτών θα μείνει γράμμα κενό.
Αν η ΕΕΤΤ καταλήξει σε τέτοιο κανονισμό, «οι αμοιβές που θα καταβάλλει η Google θα είναι εξαιρετικά χαμηλές. Στην πράξη, δεν θα υλοποιηθεί ο στόχος του νομοθέτη: να αποδίδουν οι μεγάλες πλατφόρμες μέρος των κερδών τους και να αποζημιώνουν δίκαια τους εκδότες», εξηγεί ο διευθυντής και νομικός σύμβουλος του ΟΣΔΕΛ Γιωργανδρέας Ζάννος. «Με άλλα λόγια, δεν θα πρόκειται για έναν ουσιαστικό πόρο που θα μπορούσε να στηρίξει τη βιωσιμότητα του Τύπου. Κι αυτή τη στιγμή, πράγματι, η βιωσιμότητα του Τύπου κινδυνεύει πολύ σοβαρά – παγκοσμίως, όχι μόνο στην Ελλάδα».
Το διακύβευμα δεν είναι μόνο οικονομικό. Στη λαιμητόμο οδηγείται η ίδια η δημοκρατία, αφού ένας ελεύθερος, βιώσιμος και πολυφωνικός Τύπος αποτελεί θεμέλιό της. Αν θα καταφέρει να σταθεί όρθιος στην ψηφιακή εποχή, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα εφαρμοστεί αυτό το δικαίωμα. Αλλιώς, την ενημέρωσή μας θα καθορίζει η μονοκρατορία των τεχνολογικών κολοσσών -κάτι που ήδη γίνεται σε ανησυχητικό βαθμό- άρα δεν θα πρόκειται για ενημέρωση, αλλά για ιλουστρασιόν προκάλυμμα προώθησης συγκεκριμένων συμφερόντων.
Ο Τύπος εργάζεται, οι πλατφόρμες πλουτίζουν
Τι είναι όμως τα «έμμεσα έσοδα» στα οποία ο ΟΣΔΕΛ υποστηρίζει ότι θα πρέπει να βασιστεί ο υπολογισμός της αποζημίωσης των εκδοτών;
Το σύνολο σχεδόν των διαφημιστικών εσόδων της Google σχετίζεται με το δημοσιογραφικό περιεχόμενο, ακόμα κι αν δεν προέρχεται άμεσα από αυτό - όπως δείχνουν μελέτες, τονίζει ο κ. Ζάννος. Ακόμα κι όταν χρησιμοποιούμε τις μηχανές αναζήτησης για μια έρευνα αγοράς, η αξία τους έγκειται στο ότι φέρνουν κοντά τον χρήστη με ειδησεογραφικές πηγές.
«Είναι η χρήση του δημοσιογραφικού περιεχομένου από την Google που έχει γιγαντώσει την ίδια την Google, η οποία επί της ουσίας είναι ανταγωνιστής στα διαφημιστικά έσοδα των εκδοτικών εταιρειών», λέει ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου και εκδότης του Αθηνοράματος, Δημήτρης Ηλιόπουλος. «Έχει προκαλέσει τεράστιο πλήγμα, καταφέρνοντας έτσι να μαζέψει όλα τα διαφημιστικά έσοδα».
Επιπλέον, οι επισκέψεις μας σε ενημερωτικές ιστοσελίδες αξιοποιούνται από την Google για το λεγόμενο «profiling»: η πλατφόρμα «φακελώνει» δηλαδή τα ενδιαφέροντά μας, ώστε να μας προβάλλει στη συνέχεια εξατομικευμένες διαφημίσεις. Έτσι, καθίσταται ιδιαίτερα ελκυστική για τις διαφημιστικές εταιρείες.
«Έχει προστεθεί κι ένας νέος, πολύ άμεσος κίνδυνος: η Google έχει υιοθετήσει τα AI overviews, επομένως δεν παραθέτει συνδέσμους για να επισκεφτεί κάποιος μια ιστοσελίδα, αλλά εμφανίζει την ίδια την είδηση επάνω-επάνω, και μάλιστα σε δύο-τρεις εκδοχές. Οι περισσότεροι χρήστες του διαδικτύου ικανοποιούνται με αυτή την πληροφορία και δεν επισκέπτονται τις ιστοσελίδες, με αποτέλεσμα τα διαφημιστικά έσοδα άμεσα να μειώνονται πολύ, γιατί συνδέονται προφανώς με την επισκεψιμότητα», τονίζει ο κ. Ζάννος. Σημειώνεται ότι στα μέσα Σεπτεμβρίου κατατέθηκε η πρώτη μήνυση εναντίον της Google για το AI Overviews από τον μεγάλο αμερικανικό εκδοτικό όμιλο Penske Media (Rolling Stone, Billboard, Hollywood reporter κ.α.)
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Το 80% των εσόδων της Google προέρχεται από τον έλεγχό της στη διαφημιστική αγορά. Αν ακόμα λοιπόν νομίζετε ότι είναι απλώς μια μηχανή αναζήτησης, καιρός να αναθεωρήσετε. Μέσω τριών εργαλείων της, η πλατφόρμα ελέγχει πώς οι επιχειρήσεις αγοράζουν διαφημίσεις για να προσεγγίσουν πελάτες (ad buying tools), υπαγορεύει πώς τις πωλούν οι εκδότες (publishers ad servers), κι έπειτα τρέχει μια «ανταλλαγή» (ad exchanges) όπου αυτές οι δύο πλευρές συναντώνται σε πραγματικό χρόνο για την αγοραπωλησία συνήθως μέσω δημοπρασιών. Στέλεχος της ίδιας της Google φέρεται να είχε παρομοιάσει τη διαδικασία «σαν να ανήκει το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης στην Goldman ή τη Citibank». Κάτι που δεν θα γινόταν ποτέ λόγω της αυστηρής νομοθεσίας περί αθέμιτου ανταγωνισμού – της οποίας ωστόσο αντίστοιχη δεν υπάρχει για τον χώρο του διαδικτύου.
Έτσι, η Google βλέπει τα έσοδά της να γιγαντώνονται ξεπερνώντας ακόμα και τις προβλέψεις της Γουόλ Στριτ πέρσι, ενώ εκείνα των εκδοτών κατρακυλούν.
Κι ενώ στην Ελλάδα συζητάμε ακόμα αν η αμοιβή των εκδοτών θα υπολογιστεί στη βάση των έμμεσων εσόδων των ψηφιακών πλατφορμών για να εφαρμοστεί αποτελεσματικά η ευρωπαϊκή Οδηγία, η παντοκρατορία των συγκεκριμένων πλατφορμών αυτών αναδεικνύεται τόσο ισχυρή (η Google «στραγγαλίζει οργανισμούς, ανεξάρτητες επιχειρήσεις και το ίδιο το ελεύθερο διαδίκτυο» έγραφε το Politico), που υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι σε ΗΠΑ και ΕΕ θεωρούν ότι το πρόβλημα θα λυθεί μόνο αν εφαρμοστούν αντιμονοπωλιακοί νόμοι και επιβληθεί «σπάσιμο» σε μικρότερες εταιρείες.
Το 2024, πριν την προεδρία Τραμπ, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρούσε να σπάσει το μονοπώλιο της Google στην αναζήτηση, ενώ στις αρχές του 2023 μήνυε την εταιρεία για μονοπώλιο στις τεχνολογίες ψηφιακής διαφήμισης.
Το 2023 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απειλούσε να εκδώσει εντολή για διάσπαση της Google, για το μονοπώλιό της στις τεχνολογίες ψηφιακής διαφήμισης και έστελνε στην εταιρεία Κοινοποίηση Ενστάσεων για καταχρηστικές πρακτικές. Ένα χρόνο μετά ωστόσο υπαναχωρούσε, για να καταλήξει στις 6 Σεπτεμβρίου 2025 να της επιβάλει απλώς ένα μεγάλο πρόστιμο 2,95 δισ. ευρώ για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην ψηφιακή διαφήμιση.
Λόμπινγκ από την Google
Γιατί όμως μια εθνική αρχή όπως η ΕΕΤΤ να κινείται σε κατεύθυνση που φέρεται να ταυτίζεται με τις επιδιώξεις των ψηφιακών πλατφορμών, όπως σημειώνεται στην επιστολή των 23 οργανισμών;
Η ΕΕΤΤ έδωσε αρχικά σε δημόσια διαβούλευση έναν Κανονισμό «προς τη σωστή κατεύθυνση, με κριτήρια αρκετά ικανοποιητικά για εμάς», τονίζει ο Γιωργανδρέας Ζάννος. Όταν όμως έληξε η διαβούλευση, «μάθαμε ότι η Google βρισκόταν σε επικοινωνία με θεσμικούς παράγοντες και ασκούσε πιέσεις για να τροποποιηθεί ο κανονισμός αυτός, κάτι που κατάφερε, σύμφωνα με τις πληροφορίες μας».
«Θεωρούμε απαράδεκτο να εξαιρεθούν τα έμμεσα έσοδα. Για εμάς, είναι δεδομένο ότι ο υπολογισμός θα πρέπει να ξεκινάει από τη βάση των συνολικών διαφημιστικών εσόδων, όπως προέβλεπε το κείμενο του κανονισμού που μας κοινοποιήθηκε την τελευταία φορά που έγινε συζήτηση επί του θέματος», επιβεβαιώνει ο κ. Ηλιόπουλος.
Όπως σημειώνει ο κ. Ζάννος, η Google προσπαθεί επίσης «να διασπάσει τον χώρο, κάνοντας επιλεκτικές συμφωνίες με κάποιους εκδότες, συμφωνίες βέβαια συνήθως εμπορικές, όχι για πνευματικά δικαιώματα, αλλά ωστόσο συμφέρουσες για τις μεγάλες εκδοτικές επιχειρήσεις - προκειμένου να μη γίνει μια μαζική διαπραγμάτευση».
«Η Google δικαιούται βάσει νόμου να καλέσει εκδότες σε διμερείς συζητήσεις και να συνάψει διμερείς συμφωνίες», επισημαίνει ο κ. Ηλιόπουλος. «Και ο εκδότης έχει δικαίωμα να υπογράψει μια συμφωνία, αν κρίνει ότι είναι καλή. Προσωπικά, πιστεύω σε συνολική διαπραγμάτευση».
Η ψήφιση του Κανονισμού από την ΕΕΤΤ τον Αύγουστο αναβλήθηκε, με τον κ. Ζάννο να θεωρεί ότι αυτό συνέβη ίσως γιατί συνειδητοποιήθηκε πως οδηγούνται σε λύση ετεροβαρή υπέρ της Google.
Η Popaganda απηύθυνε ερωτήματα σχετικά με το ζήτημα στον πρόεδρο της ΕΕΤΤ Κωνσταντίνο Μασσέλο. Μεταξύ άλλων, ρωτήσαμε τον κ. Μασσέλο αν η ΕΕΤΤ προσανατολίζεται προς μια ετεροβαρή διευθέτηση του κανονισμού υπέρ των ψηφιακών πλατφορμών και με ποιο σκεπτικό, αν ασκήθηκαν πιέσεις για αλλαγή του κανονισμού μετά τη δημόσια διαβούλευση και από ποιους, καθώς και αν μετά την επιστολή των φορέων προς τον πρωθυπουργό η Αρχή προσανατολίζεται σε αλλαγή ρότας ακόμα και αν αυτό σημαίνει σύγκρουση με τα συμφέροντα τεχνολογικών κολοσσών.
Σε συνέχεια των ερωτημάτων μας, η ΕΕΤΤ μας ενημέρωσε ότι «ως Ανεξάρτητη Αρχή και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της παρέχει η νομοθεσία βρίσκεται στη διαδικασία επεξεργασίας του προβλεπόμενου από το νόμο κανονισμού» και ότι «[υ]πό το πρίσμα αυτό δεν θα απαντήσουμε σε καμία ερώτηση σχετικά με το θέμα».
Πώς η Γαλλία επέβαλε στη Google να πληρώνει
Τον δρόμο στο Δικαίωμα Εκδοτών Τύπου δείχνει πάντως η Γαλλία. Όχι μόνο ήταν η πρώτη χώρα που ενσωμάτωσε την ευρωπαϊκή Οδηγία στην εθνική της νομοθεσία το 2020, αλλά το 2021 επέβαλε πρόστιμο-μαμούθ μισού δισεκατομμυρίου ευρώ στην Google κατηγορώντας την εταιρεία για έλλειψη καλής προαίρεσης στις διαπραγματεύσεις με τους εκδότες και αποτυχία να τους αποζημιώσει. Ακολούθησαν κι άλλα πρόστιμα, όπως του Μαρτίου 2024, ύψους 250 εκατ. ευρώ, για μη αδειοδοτημένη χρήση γαλλικών μέσων ενημέρωσης στην πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης της.
«Έτσι κατάφεραν οι Γάλλοι εκδότες να αρχίσουν πράγματι να αμείβονται. Επιβλήθηκε αυτό, η Google κατάλαβε ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά», τονίζει ο κ. Ζάννος. «Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ωστόσο οι εξελίξεις είναι πολύ αργές».
Η υπόθεση της Γαλλίας δημιούργησε νομικό προηγούμενο. Γι’ αυτό και τα φώτα είναι στραμμένα τώρα στην Ελλάδα, με την επιστολή προς τον πρωθυπουργό να υπογράφεται και από διεθνείς ενώσεις, γιατί ο Κανονισμός που τελικά θα υιοθετηθεί στη χώρα μας θα δημιουργήσει ένα ακόμα προηγούμενο και θα επηρεάσει την εφαρμογή της Οδηγίας πανευρωπαϊκά.
Την επομένη της επιστολής, ο κ. Μητσοτάκης συζητούσε για την τεχνητή νοημοσύνη με τον συνιδρυτή και διευθύνοντα σύμβουλο της Google DeepMind Ντέμη Χασάμπης, στο πλαίσιο του Athens Innovation Summit 2025. «Δεν ανέφεραν τίποτα όμως για το πώς απειλεί η τεχνητή νοημοσύνη τον χώρο του πολιτισμού και του Τύπου», επισημαίνει ο κ. Ζάννος. «Είναι ανησυχητικό όσον αφορά στο αν θα βρεθεί μια ισορροπία όταν η Google φαίνεται να έχει τόσο στενή σχέση με την κυβέρνηση», τονίζει ο κ. Ζάννος. «Από την άλλη, θα είναι αδιανόητο να αδιαφορήσει ο πρωθυπουργός για το μέλλον του Τύπου στη χώρα μας».