Υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες ο λόγος που κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις κακές πρακτικές των μεγάλων καταστημάτων της Ερμού, της Τσιμισκή και της Oxford Street να είναι γιατί είμαστε δεμένοι χειροπόδαρα με τις αναμνήσεις μας σε αυτά.
Από τότε που μαζεύαμε χρήματα και το σκάγαμε απ’ το σχολείο για να περιπλανηθούμε στους ευρύχωρους διαδρόμους με τα πλούσια υφάσματα, τις διάφορες υφές και τα χρώματα, ως ένα καταφύγιο ανακάλυψης του εαυτού μας, όταν παλεύαμε να προσδιορίσουμε την αυτοέκφρασή μας.
Τα δοκιμαστήρια αποτελούσαν ένα οικείο, φθηνό, ακόμη και μαγικό περιβάλλον που μας μεταμόρφωνε. Αν σε αυτό προσθέσουμε και τις εφηβικές αμερικανικές ταινίες, τα reality show και τις διαφημίσεις που μας ξεπλένουν τον εγκέφαλο, δεν αποτελεί έκπληξη γιατί δεν μπορούμε να βάλουμε τέλος σε τακτικές που εξευτελίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την καταστροφή του περιβάλλοντος και την εκμετάλλευση των ζώων.
Οι ιστορίες για τα sweatshops και το σκλαβεμπόριο θεωρούνται από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού περσινά ξινά σταφύλια. Ίσως επειδή τόσο πολύς κόσμος θεωρεί ότι δεν ισχύουν για τα ρούχα που αγοράζει εκείνος. Χάρη σε ερευνητικούς δημοσιογράφους, όπως ο Gethin Chamberlain, που έχει ρίξει φως σε υποθέσεις στην Ινδία για εφημερίδες όπως οι Times και ο Observer, γνωρίζουμε πως «οι κορυφαίοι οίκοι μόδας είναι συχνά οι χειρότεροι παραβάτες.»
Έτσι, το κλισέ πως όταν ξοδεύεις περισσότερα αυτό σημαίνει και καθαρή συνείδηση πρέπει να ταφεί, μαζί με την άποψη ότι οι οικονομικά αδύναμοι δεν μπορούν να απαιτήσουν ρούχα φτιαγμένα με ηθική.
Η μόδα είναι μια γυαλιστερή βιομηχανία που δεν υποφέρει από την έλλειψη χρημάτων, αλλά από την έλλειψη ευθύνης. Η βιομηχανία της μόδας είναι η δεύτερη πιο ρυπογόνα μετά το πετρέλαιο και ο δεύτερος κλάδος μετά τη βιομηχανία του σεξ όπου βρίσκονται εγκλωβισμένοι «μοντέρνοι σκλάβοι» σε αναγκαστική εργασία.
Σίγουρα έχετε ακούσει το τραγικό πολύνεκρο συμβάν στο εργοστάσιο κατασκευής ρούχων Ράνα Πλάζα στο Μπαγκλαντές, όπου τον Απρίλιο του 2013, σκοτώθηκαν 1.134 άνθρωποι και τραυματίστηκαν πάνω από 2.500, όταν αυτό κατέρρευσε.
Ωστόσο, υπάρχει κινητικότητα προς την σωστή πλευρά της ιστορίας. Πριν τέσσερα χρόνια, υπογράφτηκε η πρώτη συμφωνία για τις συνθήκες ασφαλείας στο Μπαγκλαντές, από εταιρείες ρούχων, όπως η ιταλική Benetton, η ισπανική Zara, η βρετανική Marks and Spencer και η σουηδική H&M.
Επιπλέον, «ζούμε μια πραγματική καταναλωτική επανάσταση, η οποία άρχισε προτού ακόμη ξεσπάσει η οικονομική κρίση. Τα εντυπωσιακά αξεσουάρ δεν πουλάνε πια, γιατί οι πελάτες ενδιαφέρονται πλέον περισσότερο για την προέλευση των υλικών» όπως λέει η Μαρτίν Λερπέρ, γαλλίδα δημοσιογράφος που ειδικεύεται σε θέματα μόδας. Καθώς όλο και περισσότεροι αγοραστές σήμερα θέλουν να ξέρουν ότι τα προϊόντα τους φτιάχτηκαν ηθικά και βιώσιμα, εταιρείες όπως η Levi’s, η Nike, η Adidas και η Gap έχουν δημοσιεύσει με υπευθυνότητα τις λίστες με όλους τους παρόχους τους. Πρέπει να τους ψάξεις, αλλά είναι προσβάσιμοι.
Το ίδιο μονοπάτι ακολούθησε και το νέο δημιούργημα της H&M, ονόματι Arket, με λίγο υψηλότερες τιμές από την γνωστή αλυσίδα, το οποίο ονοματίζει τα εργοστάσια όπου φτιάχνονται τα ρούχα. Είναι ένα μικρό βήμα στον μακρύ δρόμο προς την διαφάνεια. Είναι σημαντικό να λογοδοτούν οι εταιρείες. Τι πρέπει να κάνει όμως ο αγοραστής με αυτήν την πληροφορία; Και πόσο χρήσιμη είναι αυτή η διαφάνεια στ’ αλήθεια;
The Ugly Truth
Ρωτήσαμε λοιπόν καμια δεκαριά φίλους και ανθρώπους από τον περίγυρό μας για τα κριτήρια με τα οποία διαλέγουν ένα ρούχο. Η συντριπτική πλειοψηφία απάντησε πως «το νούμερο ένα κριτήριο είναι αν νιώθω άνετα μέσα σε αυτό» και ύστερα, το κόστος. Σκέφτονται όμως ποτέ πως φτιάχτηκαν τα ρούχα τους; «Μπορεί να περάσει σαν σκέψη από το μυαλό, όμως δεν θα εμβαθύνω περισσότερο» ήταν η απάντηση που έλαβα από μερικούς, ενώ κάποιοι άλλοι προσπαθούν να ενημερώνονται περισσότερο για τις εταιρείες και τις διαδικασίες που ακολουθούν. Παρατήρησα επίσης ότι «ντρέπονται να χαλάσουν μεγάλα ποσά σε ρούχα» ή «αγοράζουν τα απαραίτητα κι όχι το κάτι παραπάνω». Οι περισσότεροι κάνουν τίμιες προσπάθειες να ακολουθήσουν την ηθική μόδα, προτιμώντας second-hand μαγαζιά και να «δίνουν ρούχα που δεν χρησιμοποιούν».
Απευθυνθήκαμε και στην Σίσσυ Κυριακού, γνωστή fashion blogger για το «Valid Style» της, το οποίο αποτελεί το βασικότερο κομμάτι της καθημερινότητας, της προσωπικότητας και των επιλογών της από τότε που θυμάται τον εαυτό της. «Για να σου πω την απόλυτη αλήθεια, αυτό που προσέχω κατά βάση πέρα από το αισθητικό κομμάτι και από το αν μου αρέσει και αν μπορώ να το φορέσω σε ένα ρούχο, είναι η ποιότητα και το υλικό του ρούχου. Σπανίως παρατηρώ το που φτιάχτηκαν τα ρούχα και κάτω από ποιες συνθήκες, αν και πραγματικά θα έπρεπε να το προσέχω περισσότερο» αναφέρει.
«Ανακυκλώνω γενικά αλλά και στο κομμάτι ρούχο. Βοηθάς το περιβάλλον και παίρνεις μέρος σε κάτι συναρπαστικό, το ρούχο σου θα γίνει κάτι καινούργιο και που ξέρεις που θα φτάσει. Είμαι η μόνη που ενθουσιάζεται με κάτι τέτοια; Είναι φανταστική ιδέα!» Μια blogger εκθέτει σε καθημερινή βάση την προσωπικότητα της, τα πιστεύω, τις ιδέες και τις σκέψεις της. «Όσο μεγαλύτερο κοινό έχει, τόσο πιο καταλυτικό ρόλο μπορεί να παίξει στη διαμόρφωση απόψεων» σημειώνει η Σίσσυ Κυριακού και προσθέτει:
«Όσο μπορώ, ώστε να μη γίνω κουραστική ή “διδακτική”, προσπαθώ να ευαισθητοποιώ τα κορίτσια πάνω σε διάφορα θέματα κυρίως, προς το παρόν, ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος. Θα μπορούσα να ασχολούμαι περισσότερο και με τέτοια ζητήματα. Καλό θα ήταν να μπαίνουμε στη διαδικασία πέρα από το αν ένα ρούχο / καλλυντικό / αξεσουάρ είναι ωραίο, να σκεφτόμαστε ποιος το έφτιαξε και κάτω από ποιες συνθήκες; Είναι animal cruelty free ή vegan; Μπορεί να ανακυκλωθεί ή προήλθε από ανακύκλωση; Συμφωνώ με την γενικότερη πολιτική της εταιρίας;»
Το Fashion Revolution είναι ένα μη κερδοσκοπικό παγκόσμιο κίνημα με ομάδες σε πάνω από 90 χώρες στον κόσμο να κάνουν καμπάνιες για την συστημική αναμόρφωση της βιομηχανίας της μόδας, δίνοντας περισσότερη σημασία στην ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η ιδρύτριά του και σχεδιάστρια, Orsola de Castro, μίλησε στην Popaganda. «Ξεκίνησα το 1997 την εταιρεία FROM SOMEWHERE, που είχε να κάνει εξ ολοκλήρου με το upcycling. Ως σχεδιάστρια, ενδιαφερόμουν να ξαναχρησιμοποιήσω πράγματα που είχαν εγκαταλειφθεί, στην αρχή ως μια δημιουργική και ποιητική σχεδιαστική ανάγκη, η οποία μετατράπηκε σε περιβαλλοντική.» Συνειδητοποιώντας πόσες σπατάλες γίνονται, το θεώρησε φυσική πορεία των πραγμάτων.
Το πρώτο πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος, σύμφωνα με την Orsola de Castro, είναι να μπει στην ιστοσελίδα του Fashion Revolution και να ενημερωθεί από τις πηγές που υπάρχουν διαθέσιμες. «Όλοι μπορούμε να γίνουμε μέρος της θετικής αλλαγής. Έχουμε πολύ υλικό στο site που μπορείτε να κατεβάσετε, είτε που θα σας διασκεδάσει είτε θα σας κάνει να σκεφτείτε. Κυρίως όμως, αν κάνετε κάτι, αγοράστε με αγάπη, κρατήστε τα ρούχα σας για πολύ καιρό, να τα επιδιορθώνετε και να τα προσέχετε καλά.»
Η Νατάσα Αθανασιάδου, μέχρι πέρυσι συντονίστρια του Fashion Revolution στην Ελλάδα και ιδρύτρια του Generation Generous, σχεδίασε μια in ανακυκλώσιμη τσάντα για ψώνια, όταν περπατώντας κατά μήκος της Oxford Street την παραμονή των Χριστουγέννων, παρατήρησε εκατοντάδες τσάντες για ψώνια που κρατούσαν οι άνθρωποι και «το ποσό των χρημάτων και της δύναμης που ενσωματώνονται στις αγορές μας».
«Αφού έχασα τη μητέρα μου και σχεδιάστρια μόδας, Έλσα, από καρκίνο στα 22, ξεκίνησα να δουλεύω στη Μόδα, γεμάτη με παιδικές ρομαντικές αναμνήσεις από το studio της μητέρας μου. Δούλευα στην ταχεία μόδα και για δέκα χρόνια, διαχειριζόμουν μεγάλες παραγωγές μόδας στην Ινδία και την Κίνα για μερικά από τα μεγαλύτερα fashion icons του πλανήτη. Έτσι, έζησα από πρώτο χέρι τις αδιανόητες φρικαλεότητες προς τους ανθρώπους και τον πλανήτη. Τεράστιες ποσότητες, γρήγοροι χρόνοι παράδοσης, εκμετάλλευση εργαζομένων και φτώχεια που σου ραγίζει την καρδιά.»
Επαναστάτ(ρι)ες (και) στη Μόδα
Υπάρχουν τρόποι για όλους να γίνουν επαναστάτες της μόδας, όπως σημειώνει η Orsola de Castro. «Όλοι φοράμε ρούχα, το 100% του πληθυσμού, οπότε με κάθε επιλογή που κάνουμε, δηλώνουμε τις διεκδικήσεις μας. Και όλοι διαφέρουμε, οπότε κάποιοι από εμάς θα απαντήσουν στα κοινωνικά διλήμματα που αντιμετωπίζουμε, όπως γιατί είναι τα πράγματα τόσο φθηνά; ποιός δεν πληρώνεται σε αυτήν την εξίσωση; πως εξασφαλίζουμε ότι οι αγοραστικές μας επιλογές δεν εξευτελίζουν άλλους ανθρώπους; Ενώ κάποιοι θα σκεφτούν περισσότερο τα περιβαλλοντικά ζητήματα: αυτό που φοράω είναι βουτηγμένο σε τοξικά χημικά; Γιατί υπάρχουν τόσα ρούχα και που πάνε; Μπορώ να έχω ρούχα που θα κρατάνε περισσότερο; Small ways, big ways.»
Σαν καταναλωτές έχουμε όμως τη δύναμη ν' αλλάξουμε τον κόσμο; «Τον δικό σου κόσμο, σίγουρα! Κάθε ένα μικρό πράγμα που κάνεις επηρεάζει το περιβάλλον και την ζωή των άλλων ανθρώπων, πάντα. Σκέψου: αγαπάς αυτό που αγοράζεις; Θα το φορέσεις; Θα το ευχαριστηθείς; Θα το φτιάξεις μόλις χαλάσει; Γιατί η διαφορά μεταξύ γρήγορης μόδας και αργής μόδας είναι σαν να μιλάμε για one night stand και μια σχέση: αν αγαπάς κάτι, θα θες να ξέρεις από που προέρχεται, θα θες να καταλαβαίνεις την φύση του, και θα προετοιμαστείς να το κρατήσεις για πολύ καιρό. Είμαστε όλοι μέρος της λύσης, με όλα όσα κάνουμε. Και φυσικά, συνέχισε να ρωτάς τις εταιρείες #whomademyclothes» δηλώνει η Orsola de Castro.
«Είμαστε όλοι ευσυνείδητοι, γενναιόδωροι και ευγενικοί ως άνθρωποι. Αυτό που λείπει είναι περισσότερη πληροφορία για το τι κρύβεται πίσω από την εφοδιαστική αλυσίδα. Είναι ακόμη ταμπού, αλλά σύντομα οι «ευσυνείδητοι» καταναλωτές ή σχεδιαστές θα είναι η νόρμα. Παλεύω για αυτήν την ιδέα. Οι “καταναλωτές” ή οι “πολίτες του κόσμου” όπως μου αρέσει να μας αποκαλώ, μπορούμε να αποφασίσουμε τι να αγοράσουμε και τι να μην αγοράσουμε. Αυτή η δύναμη έχει υποτιμηθεί ή δεν έχει επικοινωνηθεί καλά εδώ και τόσα χρόνια. Στο προσεχές μέλλον, με τις γρήγορες ταχύτητες και την ροή πληροφοριών, όλοι θα συνειδητοποιήσουν το αντίκτυπο που έχουν οι αγοραστικές τους συνήθειες και θα εξασκήσουν το συνειδητό, γενναιόδωρο και ευγενικό τους γονίδιο για να φέρουν μια θετική αλλαγή στους ανθρώπους και τον πλανήτη. Χρειάζεται πολλή δουλειά, αλλά σίγουρα γίνεται» σχολιάζει η Νατάσα Αθανασιάδου.
Fashionably numb?
Ως σχεδιάστρια, η Νατάσα Αθνασιάδου δυσκολεύεται πολύ να συνεχίσει να υποστηρίζει τις αξίες της χρήσης βιώσιμων υφασμάτων, ηθικής εργασίας, κυκλικών συστημάτων και γενικά περισσότερο διαφανών αλυσίδων εφοδιασμού, χωρίς αντίτιμο. Ωστόσο, πιστεύει ότι θα δούμε την ανάπτυξη ενός διαφορετικού, πιο αργού επιχειρηματικού μοντέλου στη μόδα, που τίποτα δεν δείχνει ότι δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμο στο μέλλον.
Είναι ακόμη δύσκολο να ξέρει ένας αγοραστής που φτιάχτηκε ένα προϊόν, όχι γιατί η εταιρεία θα πει ψέματα, αλλά γιατί η ίδια η εταιρεία δεν θα ξέρει, εξαιτίας της συνήθους μεθόδου της υπεργολαβίας σε χώρες με χαμηλό κόστος εργασίας, όπως το Μπαγκλαντές. Δεν είναι πάντα είναι το λάθος κάποιου άλλου. Κατηγορούμε τα μαγαζιά, που κατηγορούν τα εργοστάσια, που κατηγορούν τους αγοραστές, που κατηγορούν τις κυβερνήσεις. Έχουμε επιλογή.
Όσο το ίντερνετ διογκώνεται και τα παραδοσιακά «εξώφυλλα» αποτελούν είδος υπό εξαφάνιση, όλο και γιγαντώνεται το κύμα πληροφοριών για το πως και που φτιάχνονται τα ρούχα μας. Αυτού του είδους γνώση γίνεται πιο mainstream και η ηθική μόδα μεγαλώνει.
Η νέα γενιά, κουβαλώντας στην πλάτη της για χρόνια όλο αυτόν τον οχετό πρακτικών που ασχημαίνουν την ανθρώπινη ράτσα, προσπαθεί να επανεφεύρει τον εαυτό της, να απεκδυθεί κυριολεκτικά από ανθυγιεινές και απάνθρωπες επιλογές του παρελθόντος, κόβοντας το τσιγάρο, τρώγοντας πιο υγιεινά και πιο ηθικά και πλέον, αγοράζοντας ρούχα με ηθική και οικολογική συνείδηση.
Στο μέλλον, η πίστη σε μια εταιρεία θα απαιτεί τις καλύτερες βιώσιμες πρακτικές, ο κόσμος έχει δικαίωμα να ξέρει ποιά εταιρεία μπορεί να εμπιστεύεται. Όχι ότι η διαφάνεια είναι η λύση, δεν είναι, αλλά είναι μια αφετηρία. Η αειφορία και η οικολογία στο χώρο της μόδας δεν αποτελούν απλά μια τάση, αλλά επιτακτική ανάγκη. Κινήματα όπως το Fashion Revolution μας παροτρύνουν να ρωτάμε συνεχώς τις εταιρείες στα social media «ποιός έφτιαξε τα ρούχα μας;» με το hashtag #whomademyclothes.
Γιατί είναι και πολιτική επιλογή η μπλούζα που θα φορέσετε.