Η Shirin Youssefian Maanian δεν είναι απλά μια ηθοποιός. Συνδυάζει το πάθος της για το θέατρο με τα κοινωνικά ζητήματα - και συγκεκριμένα τα δικαιώματα των γυναικών. Μάλιστα, έχει ανεβάσει παράσταση θέτοντας το ζήτημα της ισότητας των δυο φύλων και ήρθε αντιμέτωπη με το καθεστώς του Ιράν, ενώ κέρδισε μέσω Skype έναν από τους βασικούς ρόλους στην κινηματογραφική ελληνοβρετανικής παραγωγής ταινία «The Journey». Αλλά δεν σταματά εδώ. Η Shirin έχει αναπτύξει εκτός από την καλλιτεχνική και εθελοντική δράση στοχεύοντας να εμφυσήσει το πνεύμα συλλογικότητας στους έφηβους. Πάντα πρεσβεύοντας μια βασική αρχή στη ζωή της: Ότι όλοι είμαστε ένας.
Κατάγεσαι από Περσία αλλά ζεις στην Αθήνα με το σύζυγο και την κόρη σου. Πώς βρέθηκες εδώ;
Αυτή ήταν και δεν ήταν μια απλή ιστορία αγάπης. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αγγλία και ζούσα στη Ρουμανία όταν γνώρισα τον Σωκράτη από την Ελλάδα. Λίγους μήνες αργότερα παντρευτήκαμε στο Λονδίνο και μια βδομάδα μετά το γάμο μετακόμισα στην Αθήνα. Ήταν αγάπη και μια αίσθηση αποστολής, ταυτόχρονα.
Είσαι ηθοποιός και έχεις ήδη ανεβάσει αρκετές παραστάσεις εδώ στην Αθήνα. Μάλιστα, η μεγαλύτερη πορεία σου είναι σε θεατρικά, ορισμένα εκ των οποίων τα έχεις γράψει εσύ…
Ναι, το θέατρο είναι το απόλυτο πάθος μου – σε συνδυασμό με κοινωνικά θέματα, ιδιαίτερα γυναικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν μπορώ, πραγματικά, να ξεχωρίσω το θέατρο από όλα αυτά. Ανακάλυψα από νωρίς ότι δεν ήθελα να είμαι μια ηθοποιός που πηγαίνει από ακρόαση σε ακρόαση και να κάνει άσκοπες δουλειές, απλά για να δουλεύω. Κι έτσι ξεκίνησα να δημιουργώ θέατρο το οποίο είχε μία άποψη. Αυτό οδήγησε σε έργα για τον καρκίνο του μαστού, τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη μετανάστευση, το πέπλο στις γυναίκες και ειδικότερα τη μεταχείριση των γυναικών στο Ιράν.
Είσαι από τις πρώτες που υποδύθηκες κάποια χρόνια πριν μια ηρωίδα από το Ιράν που πετάει το τσαντόρ. Πώς προέκυψε αυτό το έργο; Είχες αντιδράσεις από ακραίους ισλαμιστές;
Από παιδί είχα κατά κάποιον τρόπο μια ‘εμμονή’ με το πρόσωπο της Táhirih – μια γνωστή Περσίδα ποιήτρια, η οποία έζησε τον 19ο αιώνα. Σε αντίθεση με τις περισσότερες γυναίκες εκείνης της εποχής στην Περσία, η Ταχερέ ήταν μορφωμένη και πολύ θαρραλέα. Είχε πολλούς οπαδούς, άνδρες και γυναίκες, και όχι μόνο προκαλούσε τους θρησκευτικούς κληρικούς εκείνης της εποχής με το να είναι η πρώτη γυναίκα που αφαιρεί το πέπλο της δημόσια, αλλά επίσης μιλούσε για μια καινούρια Πίστη, η οποία εμφανίστηκε μετά το Ισλάμ, και όπου οι γυναίκες και οι άνδρες είναι ίσοι. Η ιστορία της ειπώθηκε σε ένα υπέροχο έργο, το «Pure», της Annabel Knight, όπου έπαιξα 16 διαφορετικούς ρόλους. Αν είχα αντιδράσεις από ακραίους ισλαμιστές; Δέχτηκα την «επίσκεψη» δύο ανδρών από την Πρεσβεία του Ιράν στην Αθήνα…
Παράλληλα, είχες γράψει και ένα θεατρικό σχετικό, το «Hijab Frappé». Πώς έχεις μπλέξει την ισλαμική μαντίλα με τον φραπέ;
Ναι, αυτό είναι ένα από τα θεατρικά έργα για το οποίο είμαι πολύ περήφανη. Είναι μία μεγάλη ομαδική προσπάθεια με μια υπέροχη γυναικεία ομάδα στην Αθήνα: Μουσουλμάνες, Χριστιανές και άλλες. Ήταν μέρος ενός προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατέληξε θέτοντας επί τάπητος πολλά θέματα όπως η πολυπολιτισμικότητα και το αν μπορείς να είσαι πραγματικά Έλληνας ακόμα κι αν δεν είσαι Χριστιανός Ορθόδοξος. Ο τίτλος «Hijab Frappé» αναδύθηκε από μία συζήτηση που είχα με μια Ελληνίδα, η οποία είχε ασπαστεί το Ισλάμ, φορούσε μαντήλα και πήγαινε στη δουλειά της φορώντας μαντίλα, ενώ στα διαλλείματά της έπινε φραπέ. Στο τελικό σενάριο ο χαρακτήρας που ήταν βασισμένος σ’ αυτήν, αγάπησε και τα μπουζούκια.
Εκτός από το θέατρο όμως, έχεις κάνει και κινηματογράφο. Είχε μια συμμετοχή σε μια γαλλοπερσική ταινία με θέμα ένα lovestory που εκτυλίσσεται στο Ιράν και τις απαγορεύσεις που υφίσταται το ζευγάρι. Μάλιστα, προβλήθηκε και στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας. Πώς έγινε το κάστινγκ, σε βρήκαν και σου πρότειναν έναν ρόλο;
Είναι η ταινία «RedRose», σε σκηνοθεσία της Sepideh Farsi, η οποία αυτή τη στιγμή περιοδεύει σε φεστιβάλ ταινιών σε όλο τον κόσμο. Έχω έναν πολύ μικρό ρόλο σε αυτή αλλά ήταν μια πολύ καλή εμπειρία! Νομίζω ότι ο πρωταγωνιστής (ο ελληνο-ιρανός Βασίλης Κουκαλάνι) με πρότεινε στη σκηνοθέτη. Για να είμαι ειλικρινής τα περισσότερα από τα πρότζεκτ μου στην Ελλάδα μου προέκυψαν χωρίς να τα κυνηγήσω…νιώθω πολύ πολύ τυχερή και ευγνώμων.
Στο μεταξύ, πέρσι έπαιξες σε μια ελληνοβρεττανικής παραγωγής ταινία που μάλιστα σε λίγο καιρό θα κάνει πρεμιέρα στο Λονδίνο και σε λίγους μήνες στην Ελλάδα. Τι θέμα έχει και πώς βρέθηκαν Θεσσαλονικείς παραγωγοί με Βρετανό σκηνοθέτη;
Ναι, είναι η ταινία «The Journey». Βασικά συνάντησα τον Lance Nielsen (τον σεναριογράφο/σκηνοθέτη) το 2009 σε ένα ελληνικό νησί, λίγο αφού είχε χάσει μια πολύ καλή του φίλη. Περάσαμε 4 μέρες κολυμπώντας, τρώγοντας και συζητώντας για τη ζωή μετά τον θάνατο. Ένα χρόνο μετά μου είπε ότι είχε γράψει ένα σενάριο και ότι είχε κι έναν ρόλο για μένα…μιας γλυκιάς Ελληνίδας ιδιοκτήτριας ξενοδοχείου, η οποία μοιραζόταν σοφά και μυστηριώδη λόγια με αυτούς που διανυκτέρευαν στο ξενοδοχείο της. Ο Lance, παρόλα αυτά, με πέρασε από ακρόαση – αλλά ήταν μέσω Skype. Είναι μία καταπληκτική ομάδα ηθοποιών και περάσαμε πολύ καλά στα γυρίσματα που έγιναν στην Αίγινα και στην Τζια. Η ταινία έχει να κάνει με την αγάπη και την απώλεια και το πώς η Ελλάδα καταλήγει να τα θεραπεύσει όλα. Ο Lance συνέλαβε την ιδέα για το έργο του σε ένα σεμινάριο κινηματογράφου στο Ηνωμένο Βασίλειο και εκεί ήταν μια ομάδα νεαρών Ελληνίδων, οι οποίες είχαν σπουδάσει κινηματογράφο και ζούσαν στην Θεσσαλονίκη. Πίστεψαν σε αυτόν και το πρότζεκτ του και όλοι μαζί αποφάσισαν να δουλέψουν μαζί για να το κάνουν πραγματικότητα.
Τα γυρίσματα πού έγιναν;
Στην Αίγινα, τη Τζια, την Αθήνα και το Λονδίνο.
Οι δραστηριότητες σου όμως δεν σταματούν εδώ. Συμμετέχεις ενεργά σε ένα πρόγραμμα που απευθύνονται σε παιδιά και έφηβους και τους ευαισθητοποιούν, τους εμπνέουν και τους κάνουν υπεύθυνους ενήλικες και πολίτες. Πέραν της υπεύθυνης στάσης που μαθαίνουν να αναπτύσσουν, προσπαθείτε να τους μεταδώσετε και δημιουργικές ιδέες καταρχήν για την γειτονιά τους;
Ναι, η ιδέα είναι ότι ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν τους εφήβους (ηλικίας περίπου 11 με 15 χρονών) ως προβληματικούς, δύσκολους, επαναστάτες, κλπ. Αυτό το πρόγραμμα (το Πρόγραμμα Πνευματικής Ενδυνάμωσης Εφήβων) τους βλέπει ως δυναμικούς, με ενδιαφέρον να μάθουν για τον κόσμο γύρω τους, παθιασμένους με τη δικαιοσύνη και τη θέληση να αλλάξουν τον κόσμο. Έτσι η ιδέα είναι ότι, ανάμεσα σε άλλα, τους βοηθάς να αναγνωρίσουν μικρά πρότζεκτ στη γειτονιά τους όπου μπορούν να κάνουν τη διαφορά και μετά να τα βάλουν σε εφαρμογή. Έτσι χτίζεις μια «κοινότητα» σε επίπεδο γειτονιάς. Μπορεί να καθαρίσουν ένα πάρκο και μετά να επισκεφτούν ηλικιωμένους ανθρώπους και να ακούσουν τις ιστορίες της ζωής τους ή να βοηθήσουν με την εκπαίδευση των μικρότερων παιδιών ή να φτιάξουν ένα βίντεο για να βοηθήσουν να εκπαιδευτούν και να ενημερωθούν κι άλλοι νέοι. Από αυτούς εξαρτάται.
Ως γυναίκα και ως Περσίδα πώς θα σχολίαζες τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων μηνών με την άνοδο των τζιχαντιστών και της ακραίων περιορισμών που υφίστανται οι γυναίκες σε χώρες όπως Ιράν, Ιράκ...
Χωρίς να θέλω να μειώσω, με κανέναν τρόπο, την σημασία του τι συμβαίνει σε αυτές τις συγκεκριμένες χώρες – νομίζω ότι όλα είναι μέρος μιας παγκόσμιας κρίσης, την οποία αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Μια ηθική κρίση, μια πνευματική κρίση, μια κρίση της απόλυτης απόγνωσης. Αυτοί που έχουν την εξουσία θέλουν απελπισμένα να συντηρήσουν την παλιά παγκόσμια τάξη και το παραδοσιακό απολυταρχικό μοντέλο (ειδικότερα στα θέματα των φύλων και στα θρησκευτικά θέματα) αλλά πιστεύω ότι εμείς ως άνθρωποι είμαστε σε μια μεταβατική τροχιά. Υπάρχει ένα καινούριο μοντέλο, το οποίο περιμένει να δοκιμαστεί και είναι ένα μοντέλο, όπου κάθε άνθρωπος σε αυτόν τον πλανήτη έχει έναν ρόλο να παίξει, ανεξάρτητα από τη φυλή, το φύλο, την εθνικότητα ή τη θρησκεία τους. Και αυτό το μοντέλο βασίζεται σε μία αρχή: ότι όλοι είμαστε ΕΝΑΣ.