Δίνουμε ραντεβού στο Σύνταγμα. Τον προσπερνάω, του τηλεφωνώ, «έλα που είσαι», «εδώ πίσω σου». Ο ξυρισμένος για τις ανάγκες του νέου του ρόλου και κάπως αγνώριστος Τάσος Λέκκας, τώρα μοιάζει λίγο περισσότερο απ' ό,τι συνήθως με τον Έιντριεν Μπρόντι. «Μου το λένε από παλιά, το έχω συνηθίσει πια», λέει και χαμογελά πλατιά.
Από την Πάτρα στην Αθήνα, από τη σχολή του Εθνικού στις μικρές και τις μεγάλες σκηνές, από την άγνοια κινδύνου στη συνειδητότητα - λίγο πριν αποχαιρετιστούμε θα μου πει πως αυτή είναι η αγαπημένη του λέξη. Είναι ωραίος άνθρωπος. Δεν σου πουλάει κάτι. Δεν καμώνεται, δεν κρύβεται. Δεν γυαλίζει τις λέξεις του, απλώς τελευταία τις απλώνει με εντιμότητα - αποτέλεσμα της βουτιάς στο αρχαίο κείμενο. «Σίγουρα έχει αλλάξει ο τρόπος που μιλάω, με τις πρόβες. Μιλάω πιο κα-θα-ρά».
Γελάει δυνατά. Καθόμαστε σε ένα καφέ στην Ακαδημίας. Η πόλη, τα κορναρίσματα, το πλήθος, εισχωρούν στην απομαγνητοφώνηση. Την αγαπά τη νέα του πόλη. Όπως όλα τα παιδιά της επαρχίας που κατεβαίνουν/ανεβαίνουν στην πρωτεύουσα και βρίσκουν στο κέντρο της ένα γλυκό καταφύγιο. Συζητάμε γι' αυτή, για τις γειτονιές της, πόσο έχει μεταμορφωθεί, σε ποια σημεία της μοιάζει καλύτερη, σε ποια όχι. Είναι ήδη δέκα χρόνια εδώ, μου λέει, και αν του αρέσει κάτι περισσότερο είναι να βλέπει την Ομόνοια να αλλάζει. «Όταν ήρθα ήμουν ένα παιδάκι είκοσι χρονών από την Πάτρα», συνεχίζει. «Μεγάλωσα έξω από την πόλη, που είναι πιο χωριό, παίζαμε σε χωράφια, σε αλάνες. Τα θυμάμαι με τόση χαρά, γιατί παίζαμε έξω συνέχεια με τόξα, με μπάλες. Στην επαρχία ο κόσμος, με τα θετικά και αρνητικά του, ζει σε κοινότητες. Οι γείτονες, που οριακά είναι θείοι/θείες σου, είναι δοτικοί, θα τρέξουν αν χρειαστείς κάτι, και τα παιδιά τους είναι σαν ξαδέρφια σου. Όταν ήρθα, που δεν τα είχα αυτά, παραδόξως προσαρμόστηκα γρήγορα γιατί η σχολή με απορροφούσε τελείως και έτσι δεν κατάλαβα την αλλαγή - μένοντας μόνος σου μεγαλώνεις λίγο γρηγορότερα».

Έχεις περιέργεια μέσα σου; Και περίεργος τύπος είμαι και περιέργεια έχω [γελάει]. Νομίζω μου το ενεφύσησε και η σχολή αυτό. Να ψάχνω πώς γίνονται τα πράγματα λίγο παραμέσα και πώς λειτουργούν οι άνθρωποι.
Ήξερες από την αρχή ποιος είσαι; Τι θέλεις; Από τα τέσσερα, που ήταν και περίεργο. Όταν έχεις περάσει σε μια σχολή που είναι τόσο απαιτητική από θέμα ωρών, καταλαβαίνεις πολύ γρήγορα αν το ήθελες τελικά ή όχι. Γίνεται ξεκάθαρο. Εγώ ανυπομονούσα, πέρασα πολύ όμορφα. Ήταν και δωρεάν, οπότε ένα βάρος έλειπε από το μυαλό μου.
Πέρασες με την πρώτη; Με τη δεύτερη. Στην πρώτη ήμουν ούτε 18 χρονών. Έδωσα, κόπηκα ωραιότατα και πήγα στρατό. Γύρισα και έδωσα ξανά.
Τα σκέφτεσαι συχνά τα χρόνια της σχολής; Με πολύ χαρά, περνούσα πολύ ωραία. Ακόμα και στις εισαγωγικές τις δύο φορές που έδωσα - μου αρέσει αυτή η διαδικασία. Είχε μια ανεμελιά εκεί μέσα. Μετά βγαίνεις και τη χάνεις και σου λείπει - να έχεις την δυνατότητα να μην κρίνεις τον εαυτό σου.
Έχεις αναρωτηθεί καμιά φορά πόσοι τελικά παραμένουν από κάθε τάξη στο επάγγελμα; Μας είχαν δείξει κάποια στιγμή στη σχολή ένα βιβλίο με τους σπουδαστές που είχαν αποφοιτήσει τα προηγούμενα χρόνια - να ξέραμε δύο τρεις από την κάθε χρονιά; Σε καταπίνει, είναι ιδιαίτερο το επάγγελμα. Και αυτή η δυσκολία που κάθε έξι μήνες πρέπει να έχεις νέα δουλειά, δεν το αντέχουν πολλοί. Εμένα πάλι μου αρέσει πάρα πολύ, είναι η βενζίνη μου. Βέβαια έχω την τύχη να είμαι μέλος και μιας ομάδας που έχει και δικό της θέατρο πια, και έτσι, σε εισαγωγικά, το άγχος μοιράζεται.
Τι σκεφτόσουν όταν μπήκες στη σχολή, ότι θα φέρει για σένα το μετά; Είναι πολύ ωραία ερώτηση γιατί δεν σκεφτόμουν τίποτα [γέλια]. Ανυπομονούσα γι’ αυτό που έρχεται και κάπως ένιωθα σίγουρος. Μεγαλώνοντας, βεβαίως, σκέφτομαι με τρόμο τη σιγουριά που είχα τότε, με εντυπωσιάζει.
Μεγαλώνοντας τι χάνεις; Μου αρέσει η ιδέα πως δεν χάνεις κάτι. Βλέπω πως έχω κρατήσει κομματάκια που είχε και ο 20χρονος Τάσος. Έχουν γειωθεί αρκετά αλλά με θετικό πρόσημο, γιατί καλό είναι να πατάς και στη γη και να υπάρχει μια κάποια ισορροπία. Τώρα πατάω λίγο περισσότερο αλλά όταν χρειάζεται να πετάω αφήνομαι.
Έχεις ακόμη άγνοια κινδύνου; Όχι τόσο όσο μικρός.

Με αφορμή την πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση στο "Αυτή η νύχτα μένει", έδωσε πριν λίγα χρόνια μια συνέντευξη στην ΕΡΤ και το μαγκαζίνο Στούντιο 4 με τη Νάνσυ Ζαμπέτογλου και τον Θανάση Αναγνωστόπουλο. Ήταν η πρώτη του - αυτή δηλαδή που ουσιαστικά θα τον συνέστηνε στο ελληνικό κοινό που πράγματι ανυπομονούσε να μάθει αυτά τα δύο τρία παραπάνω για ένα χαρακτήρα που του έκανε κλικ. Του λέω ότι για αρκετό κόσμο αυτή ήταν μια πολύ δυνατή στιγμή της ελληνικής τηλεόρασης - η ειλικρίνεια και η ευθύτητα με την οποία μίλησε για πράγματα που άλλοι δεν πλησιάζουν ούτε μετά από εκατό ογδόντα συνεντεύξεις ήταν καθηλωτική. Μίλησε για την απουσία του πατέρα, την οικονομική δυσχέρεια, τη μεταμόρφωση μιας γειτονιάς σε πραγματική οικογένεια, την πολύχρωμη ομπρέλα προστασίας από την μητέρα του, τις παιδικές φιλίες που χτίζουν προσωπικότητες. Οι λέξεις του ξέφευγαν από την μικρή οθόνη με ωμή τρυφεράδα και έπεφταν στα έκπληκτα σαλόνια της θέασης με εντυπωσιακή συναισθηματική κανονικότητα.
Τον ρωτάω πώς το έκανε. Τον ρωτάω, μάλλον, αν κατάλαβε τι έκανε. «Με την αθωότητα του ανθρώπου που δεν ξέρει πολλά», μου λέει. «Μετά βεβαίως έμαθα δύο πραγματάκια παραπάνω. Συζητήθηκε πάρα πολύ και θετικά και αρνητικά. Λες κάποια πράγματα, όποια, δεν έχει σημασία, και μετά έχουν όλοι την ανάγκη ή την πεποίθηση ότι θα συνεχίσεις να λες τα ίδια Αλλά οι άνθρωποι εξελισσόμαστε, έρχονται καινούργια βιώματα, νέα πράγματα που μας αφορούν και που θέλουμε να μιλήσουμε γι' αυτά. Φτιάχνουμε σχέσεις, χαλάμε σχέσεις...».
Άλλαξε κάτι μετά από αυτή την έκθεση; Θα πω γενικά για τη σεζόν, γιατί ήταν μια πρώτη μου γνωριμία με τον κόσμο σε πολλά επίπεδα. Στο θέατρο είχαν έρθει ήδη ωραίες δουλειές. Ο Θάνατος του Εμποράκου με τον Δημήτρη Καταλειφό, το Τρίτο Στεφάνι με τη Μαρία Καβογιάννη και μετά στο θέατρο των Κυκλάδων με την Επαρχία του Μιχάλη Βιρβιδάκη σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκεύα. Το Αυτή η νύχτα μένει άνοιξε τη βεντάλια στο ευρύ κοινό. Ξαφνικά περπατούσα στο δρόμο και κάποιος άνθρωπος ζητούσε φωτογραφία, κάποιος άλλος μου έλεγε τι πράγματα είναι αυτά που κάνεις στον θείο σου..
Μετά από όλα αυτά που έχεις ζήσει, δεν είναι κάπως αλλόκοτο όλο αυτό; Ήταν, ναι. Ξαφνικά σε ξέρουν. Ή νομίζουν πως σε ξέρουν γιατί είσαι μέσα στο σαλόνι τους. Υπάρχει ξάφνου μια εγγύτητα. Είναι τρομαχτικό αυτό το σαλόνι, είναι λίγο κρίπι. Με τον καιρό και τις άλλες δουλειές στην τηλεόραση το συνήθισα. Το έμαθα. Και ήρθε και μια αποδοχή στο τι σημαίνει κάμερα και προβολή. Το πιστεύω και το λέω συχνά, θα ήταν χρήσιμο να πηγαίνουν δημοσιογράφοι και να παίρνουν συνεντεύξεις από τους μαθητές, σαν μάθημα, προβοκατόρικα κιόλας, να μάθεις από νωρίς τι σημαίνει έκθεση και πώς να διαχειρίζεσαι την εικόνα σου. Γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο. Η κάμερα είναι τρομαχτικό μέσο, δεν σε κοιτάει όπως ένας άνθρωπος, είναι ένα τεράστιο μάτι μέσα από το οποίο σε κοιτάνε χιλιάδες άνθρωποι.
Στο κατώφλι μιας νέας δημιουργικής περιόδου, με πρόβες, ερωτήματα και δημιουργικότητα, ο Τάσος μας συστήνει έναν ηθοποιό που δεν παίζει τον ρόλο του, απλώς τον ζει. Το θέατρο του έχει φερθεί καλά και αυτός το έχει ανταποδώσει με μεγάλη γενναιοδωρία. Είχε βρει την πρώτη του δουλειά πριν τελειώσει τη σχολή. Έχει σταθεί τυχερός, όπως λέει και ο ίδιος, γιατί ήταν στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή. «Πιστεύω σε αυτό» λέει. «Συν Αθηνά και χείρα κίνει. Είναι χιλιάδες άνθρωποι ικανοί εκεί έξω. Δεν θα πάει καλά να αράξεις πάνω στην τύχη σου. Μου αρέσει να το βλέπω σαν τον αθλητισμό. Ο Γιάννης, από το μηδέν των Σεπολίων, του δόθηκε η δυνατότητα να παίξει στο ΝΒΑ και τι είπε; "Θα πεθάνω στην προπόνηση". Και τα πήρε όλα. Υπήρχαν και άλλα ταλέντα στο ΝΒΑ που άνθισαν δύο χρονιές και μετά εξαφανίστηκαν γιατί δεν δούλεψαν όσο έπρεπε.
Υπήρξε υποψήφιος για το Βραβείο Χορν για την Επαρχία, ενώ ως μέλος της ομάδας The Young Quill είδε το έργο «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» του Ματέι Βίζνιεκ (που θα επαναληφθεί στην επόμενη σεζόν) να φιγουράρει στις καλύτερες της σεζόν 2023-24 και να κερδίζει στα θεατρικά βραβεία κοινού του Αθηνοράματος το τρίτο βραβείο σκηνοθεσίας για την Αικατερίνη Παπαγεωργίου και το δεύτερο για τη μουσική της Μαρίνας Χρονοπούλου. «Η ομάδα είναι ίσως το σημαντικότερο θεατρικό μου κεφάλαιο», λέει. «Είναι η βάση μου. Και όλοι μαζί εξελισσόμαστε. Κι επειδή ο πυρήνας της ομάδας είναι πάνω κάτω στην ίδια ηλικία, μεγαλώνουμε και μαζί».
Η ομάδα ξεκίνησε από την Αικατερίνη όταν σπούδαζε στο Λονδίνο. Κομβικό σημείο της πορείας της, ήταν όταν το Μπέλος έγινε η στέγη της. «Τρία χρόνια τώρα, έχω την ευτυχία να λέω πως έχει γίνει μια μικρή πιατσούλα εκεί. Οι ομάδες που είναι εκεί έχουν κερδίσει ένα κοινό που έρχεται από τη μια παράσταση στην άλλη. Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν εκεί γύρω και μας λένε "είστε το θέατρο της γειτονιάς μας" - κι αυτό μου αρέσει πολύ. Η αίσθηση του ανήκειν στη θεατρική μου οικογένεια κρύβει αγάπη - ξέρω τι περνάει στη ζωή του ο καθένας. Σε κάθε δουλειά, το να δημιουργείς από το πόστο σου και να προσφέρεις είναι ωραίο, όταν όμως δημιουργείς με τους ανθρώπους σου είναι ακόμη πιο ωραίο, πιο γλυκό. Και το κάνουμε με τους δικούς μας όρους, έχουμε αυτή τη μεγάλη τύχη. Σημαντικό και καθόλου δεδομένο. Έχουμε την τύχη να ορίζουμε εμείς τα πράγματα στη δουλειά μας».

Το νέο έργο της ομάδας είναι ήδη στα σκαριά. «Έχουμε ξεκινήσει πρόβες», λέει. «Πρόκειται για ένα έργο πολύ ιδιαίτερο που βασίζεται σε πέντε θεματικές που διατρέχουν τη ζωή κάθε ανθρώπου. Σεξ, βία, εξουσία, πίστη, αγάπη. Αυτή την περίοδο κάνουμε αυτοσχεδιασμούς καθοδηγούμενους από την Αικατερίνη και παρουσία των συγγραφέων [σ.σ. Βίβιαν Στεργίου και Κωνσταντίνος Μαυρόπουλος]. Κρατούν σημειώσεις με κάμερα και πάνω σε αυτό το υλικό θα δουλέψουν μόλις κάνουμε παύση. Θα γράψουν ένα κείμενο που από Σεπτέμβρη θα το ξαναπιάσουμε».
Και όλο αυτό παράλληλα με την αναμέτρηση σου με έναν ρόλο ιδιαιτέρων απαιτήσεων; Υπέροχη συγκυρία. Και άγχος και πρόβες που δεν τις λες καθόλου εύκολες.
Πρώτη σου εμφάνιση με το θέατρο της Επιδαύρου, σωστά; Ναι, ναι… αυτό το θέατρο έχει μια ενέργεια. Το έχω νιώσει ως θεατής, από πάνω. Κάτω όμως θα είναι πιο ωραία [γελάει]. Θα πρέπει να είναι υπέροχο να βιώνεις όλη αυτή την ενέργεια από τον κόσμο. Ανυπομονώ. Να ακούσω τον ήχο των λέξεων εκεί. Να πεις με ένταση βάρ-βαρ-ος, ε-λευ-θε-ρο-στο-μώ, και να ακουστείς ψηλά ως και στον τελευταίο θεατή. Και έχω την τύχη να είμαι και με ανθρώπους που εκτιμώ αλλά και με ανθρώπους που ήταν και φίλοι από πριν - τον Γιάννη Μάνθο και τον Δημήτρη Μανιό που είναι και γι' αυτούς η πρώτη φορά. Και τη Μαρία Πρωτόπαππα, που κατεβαίνει για πρώτη φορά ως σκηνοθέτρια. Εξαιρετική συνεργασία. Σου ζητά αυτό που έχει ανάγκη από σένα με μια απίστευτη προσοχή και σεβασμό. Κι αυτό είναι βαθιά εκτιμητέο. Θα μου πεις, ηθοποιός είναι και έχει έρθει στη θέση μας…. ε, δεν είναι καθόλου δεδομένο. Νιώθω καλά μαζί της, ασφαλής.
Έχεις ξεκλειδώσει τον χαρακτήρα; Μεγάλη κουβέντα. Αυτό το κορίτσι, η Ερμιόνη, που το λένε κακό αλλά ποιος ξέρει τι σημαίνει αυτό, βρίσκεται σε ένα σπίτι που συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν. Ο πατέρας της είναι ο Μενέλαος, η μάνα της είναι η Ωραία Ελένη, δηλαδή μεγάλωσε με αυτή τη μούντζα. Ιστορικά ψέγουμε όλοι την Ελένη, δεν έχουμε πει κάτι όμως επί της ουσίας για τον Πάρη ή τον Μενέλαο - κυρίως αυτόν. Έχω μια θεωρία, πως όλο ήταν σχέδιο του για να έχει αφορμή να πάει στη Τροία. Η Ερμιόνη μεγάλωσε μόνη της σε μια Σπάρτη όπως την ξέρουμε, εκεί που οι γυναίκες μεγάλωναν ως πολεμίστριες, οπότε είναι φυσικό τον κόσμο να τον βλέπει με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Τετράγωνο, με γωνίες. Λόγω πατριαρχίας, οι επιλογές ήταν προκαθορισμένες, ήταν πολύ δύσκολο να ξεφύγει οποιαδήποτε από αυτό.
Πως συνυπάρχεις με την άλλη πόλη; Με την Τροία της Ανδρομάχης όπως εκφράζεται στο πρόσωπο του Αργύρη Ξάφη; Μου έκανε θετική εντύπωση η σκέψη ότι θα είμαστε εμείς οι δύο που θα υπερασπιστούμε αυτές τις γυναίκες. Έχει πολύ ενδιαφέρον να το βλέπω αυτό, δύο αντρικά σώματα να υπερασπίζονται τη θέση τους. Κρύβει μεγάλη πρόκληση. Θέλω να σκέφτομαι αυτούς τους ρόλους και πέρα από το φύλο. Στην παράσταση θα είμαστε περισσότερο πλάσματα, όντα. Θα είμαστε δύο πόλεις που συγκρούονται και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, να παίζεις έχοντας στο μυαλό σου αυτό και όχι αν εκπροσωπείς κάποιο φύλο. Δύσκολο. Μπορεί να σε πετάξει εύκολα έξω. Ελπίζω αυτό που προσπαθώ να πετύχω να το πιάσει ο θεατής με τα μάτια του. Και την ψυχή του. Αν κάτσω να σκεφτώ τι είναι -είναι κόρη, είναι πόλη, είναι πλάσμα- το 'χασα.
Νιώθεις πως αυτοί οι χαρακτήρες επανέρχονται ξανά και ξανά για να μας θυμίσουν, να εξηγήσουν εκ νέου, τα μεγάλα νοήματα που μας ξεγλιστρούν; Εν προκειμένω νομίζω την αποδοχή της διαφορετικότητας. Και το να μη δρας εν βρασμό - να σκέφτεσαι πρώτα. Άσε τα πράγματα να κάτσουν λίγο και μετά δράσε. Η Ερμιόνη κάνει λάθος, απειλεί πως θα σκοτώσει ακόμη και το παιδί της Ανδρομάχης και εν τέλει το κάνει. Και η Ερμιόνη είναι επίσης παιδί, επί της ουσίας. Δεν ξέρει από φόνους και μάχες. Έχει πολύ ενδιαφέρον αυτά τα κείμενα να τα βλέπεις ως μεγάλα σύμβολα. Μου αρέσει αυτή η σκέψη. Γιατί δεν είναι κοινοί άνθρωποι, είναι μυθικά πρόσωπα, τεράστια, οπότε το κακός είναι μικρή λέξη για να χωρέσει το οτιδήποτε.
Τη λυπάσαι την Ερμιόνη; Βαριά λέξη. Θα ήθελα να έχει καλύτερο τέλος. Το διορθώνω. Θα ήθελα να έχει καλύτερη διαδρομή. Θα μπορούσε να έχει ωραία ζωή αλλά έρχεται σε σύγκρουση με πράγματα μεγαλύτερα από αυτή και την παίρνουν παραμάζωμα. Θα μπορούσε να έχει όλο τον κόσμο στα πόδια της. Τον είχε δηλαδή και τον πέταξε. Της έκλεισαν τα μάτια - και ο κόσμος γύρω της και ο πατέρας της. Δεν είναι ωραίο πρότυπο αυτός. Ελίσσεται με περίεργους τρόπους. Όλο το γένος των Ατρειδών είχε τα θέματα του. Και έτσι, την Ερμιόνη την παρασέρνουν τα λάθη άλλων και δεν μπορεί να δει καθαρά ότι αυτό συμβαίνει.
Είναι φορέας της πατριαρχίας; Υπάρχει άνθρωπος που δεν είναι; Ζούμε σε μια κοινωνία που έχει δομηθεί με αυτούς τους όρους, δυστυχώς, και βλέπουμε ακόμη και σήμερα τα προβλήματα κάθε μέρα. Εγώ από την πλευρά μου έχω τα βιώματα που έχει ένας λευκός άντρας σήμερα, που δεν έχει φοβηθεί δηλαδή να γυρίσει το βράδυ σπίτι του τρεις το βράδυ. Η κάθε γυναίκα δυστυχώς έχει φοβηθεί και φοβάται ακόμη. Θα ήθελα πάρα πολύ να μη συμβαίνει αυτό και να μπορούσαμε να ζούμε όμορφα. Και να κατέχει την πρώτη θέση ο πιο ικανός και όχι αυτός που τον βοηθά το σύστημα. Εμείς έχουμε την τύχη να κάνουμε θέατρο και να κάνουμε και μια ωραία κουβέντα και δίπλα να γίνονται αυτά στη Γάζα, στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή. Η κοινωνία μας χρειάζεται ίαση.
Δεν νιώθεις πως είμαστε περισσότερο της θεωρίας παρά της πράξης; Μπορεί, αλλά υπάρχει και καλοσύνη και πιστεύω σε αυτή. Την έχω δει γύρω μου να υπάρχει και να λειτουργεί. Αλλά μπαίνει ο παράγοντας κέρδος, οπότε όταν ο άλλος κοιτάει μόνο αυτό και τη δική του τη ζωή, δεν θα γυρίσει να κοιτάξει εσένα ή πώς μπορούμε να ζούμε όλοι μαζί απλά και όμορφα. Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είναι αυτό που θα έφτιαχνε μια κοινωνία ώστε να είναι πιο λειτουργική, πιο εύκολη.
Σε πνίγουν αυτές οι σκέψεις; Αφορούν την καθημερινότητα μου, το βλέπω στους ανθρώπους που αγαπώ, θα ήθελα τα πράγματα να είναι αλλιώς. Προφανώς και είμαι μια μονάδα. Είμαι εγώ μέσα σε ένα σύνολο. Δεν ξέρω πόσα είναι στο χέρι μου, ξέρω όμως ότι μπορώ να βελτιώσω τον εαυτό μου ώστε να βελτιώσω και τις σχέσεις μου. Και να κάνω κάπως καλύτερο τον μικρόκοσμο μου. Ώστε όταν θα μπει στον μεγαλόκοσμο να έχει κάποια αξία. Εγώ εκεί βρίσκω την απάντηση. Γιατί δεν μπορώ να επηρεάσω μια άλλη ήπειρο από δω, ούτε καν τη δική μου. Αλλά μπορώ να επηρεάσω δέκα ανθρώπους. Και οι δέκα να επηρεάσουν άλλους δέκα και να γίνουμε σιγά σιγά εκατομμύριο.

Η ζωή ξεπληρώνει τις δυσκολίες στους ανθρώπους; Όχι, δεν έχει καμιά υποχρέωση η ζωή, το σύμπαν, να σου επιστρέψει τίποτα. Δεν είμαστε τίποτα, ερχόμαστε εδώ για κάποια χρόνια και φεύγουμε. Είναι προσωπική επιλογή, στα πλαίσια μιας κανονικότητας, πώς θα ζήσουμε - πέραν την τύχης βεβαίως που μπορεί να δέχονται κάποιοι. Πώς θα δεις τα πράγματα και τις εμπειρίες σου, είναι στο χέρι σου.
Τι βοηθά τότε κάποιον να πάρει τα σωστές επιλογές; Μου αρέσει η λέξη συνειδητότητα. Τη χρησιμοποιώ συνέχεια. Είναι αυτή που σε βοηθάει να είσαι νηφάλιος, να δεις τι είναι αυτό που βρίσκεται μπροστά σου. Στην παρούσα φάση μπορείς να καταλάβεις αν είναι σωστό ή όχι για σένα κάτι. Και μπορείς πέντε χρόνια μετά, ή και πέντε μέρες, να δεις, ότι έκανες λάθος - δεν έχει σημασία. Είναι στο χέρι σου όμως αν το επαναλάβεις ή όχι. Κι αυτή είναι η ομορφιά όλης της σκέψης και της διαδικασίας. Εμένα τουλάχιστον αυτό με έχει βοηθήσει.
Όταν φύγει η Ερμιόνη από τη ζωή σου, τι λες, τι θα έχει αφήσει τελικά; Πολλές εμπειρίες, όχι μία. Την έχω αγαπήσει. Την αντιμετωπίζω σαν άνθρωπο - όποια άλλη ταμπέλα κι αν βάλω δεν σημαίνει τίποτα. Έχω ένα μέρος -πρώτη φορά το λέω- που νιώθω πως πάνε εκεί όλοι αυτοί οι χαρακτήρες, οι ρόλοι που έχω ερμηνεύσει, γιατί δεν θέλω να σκέφτομαι ότι πέθαναν μόλις τελείωσα μαζί τους. Οι ηθοποιοί περνάμε χρόνο με τα πρόσωπα που ερμηνεύουμε, είναι σαν σχέσεις, μικρά ταξίδια. Γι' αυτό και τους ζωγραφίζω - από παιδί ζωγραφίζω. Τους βάζω μαζί, για να τους έχω μαζί. Και κάθε φορά, με κάθε νέα είσοδο, τους χαιρετάω.