Ο Μάνος Αντωνιάδης ήρθε στην Αθήνα το 2006, μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Σύνθεση, με σκοπό απλά να κάνει κάποια επιπλέον μαθήματα και μετά να φύγει ξανά στο εξωτερικό, θέλοντας να διεκδικήσει μια πολύ σημαντική θέση εργασίας. Όμως, οι άνθρωποι που γνώρισε σε συνδυασμό με κάποιες ωραίες συγκυρίες, τον έκαναν να αναθεωρήσει την απόφασή του, και είπε να καθίσει να δει πώς πάνε τα πράγματα στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Ο Δημήτρης Καρατζιάς, από την άλλη, δούλευε σαν ηθοποιός στο ελεύθερο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Για 12 χρόνια, χωρίς σταματημό. Σε δουλειές που ήθελε, φυσικά, αλλά και σε άλλες, που έπρεπε.
Τον Μάρτιο του 2012, ο Δημήτρης και ο Μάνος άνοιξαν για πρώτη φορά στο κοινό την πόρτα ενός χώρου που οι ίδιοι οραματίστηκαν ως σημείο συνάντησης και δημιουργίας. Ένωσαν τα ταλέντα και την όρεξή τους για σκληρή δουλειά, καταφέρνοντας μαζί κάτι σημαντικό, κάτι που δε σχεδίαζαν χρόνια, αλλά που αναδύθηκε αυθόρμητα ως ανάγκη, μέσα από τις επιλογές της ζωής τους.
Στην οδό Μελενίκου 26, στον Βοτανικό, πλησιάστηκαν αυτές οι δύο διαφορετικές πορείες και αυτοί οι δύο έγιναν συνέταιροι και συγκάτοικοι στην τρέλα. Ο πολυχώρος Vault Theatre Plus ήταν η αιτία και η αφορμή τους.
Μ.Α: Όταν αρχίσαμε να ψάχνουμε για δικό μας χώρο στην πραγματικότητα είχαμε κάτι πολύ διαφορετικό υπ´ όψιν μας από θέμα κτιρίου. Το συγκεκριμένο όμως είχε μεγάλο ενδιαφέρον ως προς τη δομή και τον τρόπο που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πολυμορφικός χώρος τέχνης. Το όνομα επίσης πήρε χρόνο να βρεθεί. Θέλαμε κάτι που να εκφράζει έναν μικρό χώρο, κάτι λίγο κρυμμένο, να φυλάει μέσα ιδέες και δημιουργικότητα. Κάτι εύκολο στο άκουσμα, μικρό και εύηχο.
Δ.Κ: Η λέξη Vault ( η κρύπτη, δηλαδή, το θυσαυροφυλάκιο) είναι ό, τι κοντύτερα στην αλήθεια του χώρου και των συντελεστών του. Πρόκειται για έναν πολύτιμο χώρο δημιουργίας και έκφρασης, στον οποίο στεγάζονται οι παραστάσεις μας και τα όνειρα μας. Το δεύτερο σπίτι μας είναι, το στέκι μας. Εκεί μέσα εμείς είμαστε δημιουργοί, θεατές, οικοδεσπότες, θαμώνες. Το Vault Theatre Plus είναι η αφετηρία και η βάση μας. Μέρα και νύχτα. Από την πρώτη μέρα της δημιουργίας του.
Το Vault στεγάζεται σε ένα πολυώροφο κτίριο στο ισόγειο του οποίου υπάρχει το φουαγιέ - μπαρ με το τυχερό ενυδρείο και τα καθαρά ποτά. Πάνω, βρίσκονται κατά σειρά οι δυο θεατρικές αίθουσες στο στιλ του black box, αλλά και μια μεγαλύτερη που φιλοξενεί εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής.
Μ.Α: Η δομή του κτιρίου της Μελενίκου μάς δίνει την ευκαιρία για τις τόσες παράλληλες δράσεις και δημιουργεί ένα ζεστό και φιλικό μέρος. Επίσης, στις παραστάσεις, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό, υπάρχει τόσο στενή επαφή ηθοποιού και θεατή που το κοινό συχνά νοιώθει να βλέπει τη ζωή των χαρακτήρων του έργου από μια κλειδαρότρυπα. Το κακό είναι πως οι δυνατότητες του χώρου είναι πολύ περιορισμένες και ως προς την διεξαγωγή πραγμάτων αλλά και ως προς την εξασφάλιση ανέσεων για τον κόσμο.
Δ.Κ.: Νομίζω ότι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του Vault είναι το ανθρώπινο δυναμικό του. Το οικογενειακό του κλίμα. Οι ίδιες μας οι παραστάσεις. Και ,φυσικά, τα πάντα συζητιούνται καθημερινά για διορθώσεις, για βελτιώσεις. Κάθε χρόνο προσπαθούμε για το καλύτερο, όλο και περισσότερο.
Παρόμοιοι χώροι με το VAULT, πάντως, υπάρχουν αρκετοί στην πόλη. Αυτό που το έχει κάνει να ξεχωρίσει και το έχει βάλει στο πρόγραμμα εξόδου των Αθηναίων είναι το ρεπερτόριό του: νεοελληνικά έργα, πολιτικοποιημένο θέατρο, διασκευές κορυφαίων κειμένων από όλο τον κόσμο και παραστάσεις ιδιαίτερες, από αυτές που συζητιούνται για καιρό.
Μ.Α: Ξεκινώντας, βάλαμε στόχο το Vault να συνδεθεί με δυνατές παραστάσεις και αξιόλογα καλλιτεχνικά δρώμενα. Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε ένα φιλικό και ζεστό χώρο, με καλή ενέργεια, που να κάνει συνεργάτες και επισκέπτες να νοιώθουν όμορφα. Νομίζω πως σε ένα βαθμό το έχουμε πετύχει και προσπαθούμε για ακόμη καλύτερα αποτελέσματα. Προσωπικά, ως μουσικός είχα τη ευκαιρία να γνωρίσω και να συνεργαστώ με καλλιτέχνες που θαυμάζω. Έχω γράψει μουσική για παραστάσεις που θεωρώ πολύ αξιόλογες. (σ.σ: Βλ. την παράσταση Marvin's Room, που ήταν φέτος υποψήφια για τρία βραβεία κοινού Αθημοράματος, μία από τις οποίες ήταν και για καλύτερη πρωτότυπη μουσική). Γενικά, μέσα από το Vault μπόρεσα να επικοινωνήσω την μουσική μου, να αποκτήσω σημαντικούς συνεργάτες και να κερδίσω καλούς φίλους.
Δ.Κ: Καταφέραμε μέσα σε τέσσερα χρόνια να ανεβάσουμε επτά δικές μας παραγωγές και ,με τη φετινή σεζόν, θα ξεπεράσουμε τις ογδόντα παραστάσεις. Μια έκρηξη δημιουργίας, δηλαδή, που φυσικά δεν συμβαίνει μόνο εδώ πέρα, αλλά σε ολόκληρη την θεατρική Αθήνα. Όλα όσα καταφέραμε και η αποδοχή που είχαν οι παραστάσεις μας, πέντε χρόνια πριν, ούτε κατά διάνοια θα μπορούσαν να περάσουν από το μυαλό μας. Τα όνειρα, όμως, δεν σταματούν ποτέ. Κι ούτε θα έπρεπε. Σταματάς να ονειρεύεσαι όταν σταματάς να ζεις. Στην Ελλάδα του 2016, παρά τις χιλιάδες δυσκολίες, μπορούμε ακόμη να δημιουργούμε. Και μόνο αυτό είναι υπεραρκετό.
Ο Δημήτρης Καρατζιάς δεν υπερβάλλει. Είκοσι παραστάσεις και δύο μεγάλα project – ένα θεατρικό και ένα μουσικό- περιλαμβάνει στο φετινό του πρόγραμμα το Vault Theatre Plus. Έξι παραστάσεις που ξεχώρισαν, από κοινό και κριτικούς, την περασμένη σεζόν και δεκαπέντε νέες παραγωγές. Δώδεκα σκηνοθέτες (Δημήτρης Αγοράς, Αλέξης Βιδαλάκης, Ελένη Γεωργοπούλου, Σοφία Καραγιάννη, Μάνος Κανναβός, Δημήτρης Καρατζιάς, Βαγγέλης Λάσκαρης, Γιάννης Λασπιάς, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Κώστας Παπακωνσταντίνου, Αλέξανδρος Σταύρου, Ένκε Φεζολλάρι), θα παρουσιάσουν τις παραστάσεις τους τη φετινή θεατρική χρονιά στις δύο σκηνές, ενώ παράλληλα, θα παρουσιαστούν και τα έργα πέντε ξένων σπουδαίων καλλιτεχνών, των Lars von Trier, David Ian Lee, Alberto Conejero, Tim Burton και Rebecca Prichard.
Υπάρχει, όμως, κάποια συνταγή επιτυχημένης παράστασης, ανεξαρτήτως έργου πίσω από αυτήν και κειμένου στο οποίο βασίζεται; Διότι, οι δουλειές που παρουσιάζονται στο Vault είναι, καθώς φαίνεται, ακριβοδιαλεγμένες.
Μ.Α.: Για μένα, το σημαντικότερο είναι οι καλοδουλεμένες παραστάσεις που έχουν κάτι να πουν. Από μια πρόταση θέλω να νιώσω πως θα γίνει μια τίμια προσπάθεια από όλους τους συντελεστές για μια παράσταση φτιαγμένη σωστά, που θα αφήσει κάτι στον θεατή να σκέφτεται.
Δ.Κ.: Το έργο και οι συντελεστές της ίδιας της παράστασης παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Και ο επαγγελματισμός με τον οποίο την αντιμετωπίζουν. Μια παράσταση σε έναν μικρό και εναλλακτικό χώρο όπως το Vault δεν μπορεί να επιβιώσει, ανάμεσα σε 1400 παραστάσεις, αν δεν είναι τουλάχιστον «πρόταση» κι αν δεν είναι πάρα πολύ καλή. Πρέπει όμως ,πια, ο κάθε δημιουργός να σκεφτεί πάρα πολύ καλά γιατί ανεβάζει το συγκεκριμένο έργο και τι θέλει να πει με αυτό. Και ποιους αφορά σήμερα στην χώρα μας. Διαφορετικά θα είναι μια καταδικασμένη παράσταση.
Μ.Α.: Ναι, γιατί μην ξεχνάμε ότι μια θεατρική παράσταση είναι, συνήθως, αποτέλεσμα πολλών τεχνών μαζί. Συγγραφή, σκηνοθεσία, υποκριτική, σκηνογραφία, κουστούμι, φωτισμός, μουσική. Πρέπει το κάθε μέρος να είναι καλό από μόνο του και όλα μαζί να δένουν σωστά μεταξύ τους. Αν υπάρχει κοινό όραμα στους συντελεστές και σωστή ενορχήστρωση όλων από τον σκηνοθέτη, τότε το αποτέλεσμα θα είναι σίγουρα καλό. Προσωπικά, δεν μου αρέσει να βλέπω κακοφτιαγμένα σκηνικά και κουστούμια, ηθοποιούς που παίζουν επιδεικτικά, αντί να υπηρετούν τους χαρακτήρες του έργου ή να ακούω γνωστές μουσικές να ντύνουν παραστάσεις! Είναι κάτι, δηλαδή, που έχει να κάνει με την άποψη και όχι με το budget.
Δ.Κ.: Άλλωστε, με την κάθε παράσταση οφείλεις να αφηγηθείς μια ιστορία, οπότε πρέπει να την πεις όσο καλύτερα μπορείς. Το κείμενο και οι ηθοποιοί είναι τα εργαλεία σου. Ο θεατής δεν ζητάει πολλά. Να διασκεδάσει ή να λυτρωθεί. Να γελάσει, να συγκινηθεί, να ξεχαστεί για μία-δύο ώρες. Να ζήσει το παραμύθι, να ταυτιστεί με τους ήρωες, να τον αγγίξει η ιστορία που θα του αφηγηθείς. Ή να δει ωραίες εικόνες. Είναι απλά τα πράγματα. Άλλα, όσο απλά ακούγονται, τόσο περίπλοκα και δύσκολα είναι.
Αυτή τη σεζόν, τα πράγματα είναι όντως δύσκολα για τον Δημήτρη Καρατζιά, ο οποίος σκηνοθετεί ένα έργο-αγκάθι, πολλά υποσχόμενο και πολύ απαιτητικό από κάθε άποψη.
Δ.Κ.: Μετά από σχεδόν 4 μήνες προβών, ανέβηκε το αντιπολεμικό κοινωνικό δράμα του David Ian Lee, το The Curing Room, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα και αυστηρώς ακατάλληλο, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα έργο βαθιά συγκινητικό, ανθρώπινο, αλλά ταυτόχρονα σκληρό, άγριο, σπαρακτικό. Είναι η ιστορία 7 Ρώσων στρατιωτών στην Νότια Πολωνία την Άνοιξη του 1944, που οι Ναζί κλειδώνουν γυμνούς, χωρίς φαγητό και νερό στο κελάρι ενός άδειου Μοναστηριού. Την ελπίδα αυτών των ανδρών θα την διαδεχτεί η ένταση, ο θυμός, η άρνηση, ο φόβος, η απόγνωση, η απελπισία. Ο εγκλεισμός, η πείνα και η δίψα, το ένστικτο της επιβίωσης σιγά σιγά θα τους οδηγήσει στα άκρα... Ένα πολύ δύσκολο στοίχημα. Αλλά, έχω τη χαρά να συνεργάζομαι με μια εξαιρετική ανδρική ομάδα από 7 πολύ ταλαντούχους ηθοποιούς, τους Νίκο Γκέλια, Στέλιο Καλαϊτζή, Μάνο Κανναβό, Παναγιώτη Μπρατάκο, Θανάση Πατριαρχέα, Βασίλη Τσιγκριστάρη και Στέλιο Ψαρουδάκη.
Μ.Α.: Το The Curing Room είναι και για μένα μια παράσταση πρόκληση, αφού έχω συνδυάσει ηλεκτρονική μουσική με κλασική και μοτίβα που θυμίζουν έντονα Μότσαρτ. Μουσικά, πάντως, συνεχίζω με την παράσταση του Δημήτρη Αγορά "Ζωή Μετά χαμηλών Πτήσεων", όπου τα κόμιξ του Αρκά (Ζωή Μετά, Ισοβίτης, Χαμηλές Πτήσεις, Καστράτο, Μαλλί με Μαλλί), ανεβαίνουν επί σκηνής Vault. Για εκεί γράφω κάτι πολύ πιο κεφάτο με επιρροές από βαλκάνια και αναμνησιακό χαρακτήρα.
Πέραν, όμως, της παρουσίασης ολοκληρωμένων καλλιτεχνικών προτάσεων που ξεπερνούν το concept μιας θεατρικής παράστασης, στην οδό Μελενίκου οι νέοι καλλιτέχνες μπορούν να νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Το Open September Festival έχει γίνει εδώ και τρία χρόνια θεσμός και, μετά το καλοκαίρι, είναι μια μικρή όαση έμπνευσης.
Μ.Α.: Όποιος νοιώθει την ανάγκη να δημιουργεί πρέπει να επικοινωνεί και την τέχνη του. Γι’ αυτό, την πρώτη χρονιά θέλαμε να δώσουμε μέσα από το φεστιβάλ του Ανοιχτού Σεπτέμβρη το στίγμα του πολυχώρου μας. Παράλληλες καλλιτεχνικές δράσεις, δημιουργικότητα, συναναστροφή. Ταυτόχρονα, θέλαμε να ανοίξουμε πεδίο σε καλλιτέχνες από όλους τους τομείς, με σκοπό να δείξουν την δουλειά τους. Χωρίς κάποιος να αποφασίζει ποιος είναι καλός και ποιος όχι. Παρόλη την κούραση που έχει η διοργάνωση του κάθε χρόνο, τα φεστιβάλ είναι κάτι πολύ αναζωογονητικό και για μας αλλά και για τον χώρο.
Δ.Κ.: Μερικές παραστάσεις που παρουσιάστηκαν στο Open September συνέχισαν για όλη την υπόλοιπη σεζόν! Για πρώτη χρονιά φέτος, ξεκίνησε στο Vault κάτι ακόμα, κάτι σημαντικό για εμάς. Άρχισαν, λοιπόν, να πραγματοποιούνται πέντε θεατρικά εργαστήρια, για ερασιτέχνες ,αλλά και για νέους ηθοποιούς, τα οποία θα διαρκέσουν ως τον Ιούνιο του 2017. Αυτή την περίοδο, τελείωσαν οι πρόβες με τους μαθητές μου από τα εργαστήρια, μιας και μόλις έκαναν το ντεμπούντο τους στη σκηνή αυτά τα Χριστούγεννα με μια παράσταση βασισμένη σε αληθινές μαρτυρίες ανθρώπων, που πέρασαν τις γιορτές μακριά από τα σπίτια τους. Μιλάμε για στρατιώτες στην πρώτη γραμμή του μετώπου, φυλακισμένους, εξόριστους, αποκλεισμένους και τέτοια. Με αυτά και με εκείνα, δεν προλαβαίνω σχεδόν να βρεθώ εκτός χώρου. Το να βγω για να δω θέατρο είναι ένα πράγμα που μου λείπει πολύ. Όχι το να βγω. Το να δω θέατρο. Με εκείνο τον ενθουσιασμό και τη χαρά του απλού θεατή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν γνωρίζω και δεν ενημερώνομαι για όλες τις παραστάσεις που παίζονται αυτή τη στιγμή στην πόλη μας, όπως φυσικά και ο Μάνος. Για όλες τις τάσεις. Για όλα τα έργα. Για τον κάθε συντελεστή τους. Και είναι πολλοί που εκτιμώ για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.
Πάντως, ο Δημήτρης Καρατζιάς ισχυρίζεται ότι μες στο 2017 θα κάνει και αυτός, αλλά και ο Μάνος Αντωνιάδης, κάποια βήματα σημαντικά εκτός Vault Theatre Plus, χωρίς να επιθυμεί να πει περισσότερα. Τον χώρο τους, φυσικά, δεν τον αφήνουν έτσι απλά, τώρα που έχει αρχίσει να προσεγγίζει ένα ικανοποιητικό επίπεδο, αυτό για το οποίο έχουν θυσιάσει αρκετά από την προσωπική τους ζωή.
Δ.Κ.: Μια ήσυχη και ήρεμη ζωή είναι αυτό που μας λείπει ως ένα βαθμό. Μια ισορροπημένη ζωή. Με πιο ανθρώπινες συνθήκες. Το να κρατήσεις έναν χώρο απαιτεί πια υπεράνθρωπες προσπάθειες, ατέλειωτες εργατοώρες και καθόλου προσωπική ζωή. Είμαι μεγάλο το τίμημα και μόνο όσοι έχουν κάποιον χώρο μπορούν να το καταλάβουν.
Μ.Α.: Ισχύει, αλλά επιμένουμε ακόμα Vault! Μια ολόκληρη φιλοσοφία ζωής, πια, για εμάς. Αν και έχουμε περάσει πάρα πολύ δύσκολα, προτιμώ να μην σκέφτομαι τις κακές στιγμές, γιατί επισκιάζονται από τις όμορφες. Όπως τότε, ας πούμε, που πρώτη φορά ήρθε η μάνα μου στο Vault. Με έκανε να νοιώσω πολύ περήφανος για αυτό που είχαμε καταφέρει.
Δ.Κ.: Ναι, είναι πολλές οι όμορφες, πολλές και οι δύσκολες στιγμές. Το Vault είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας μας. Γενέθλια, προτάσεις γάμου, αρρώστιες, κηδείες, τα πάντα έχουμε ζήσει εδώ μέσα. Έχουμε κερδίσει και έχουμε χάσει μέσα σε 4 χρόνια συνεργάτες, φίλους, συγγενείς. Έχουμε μοιραστεί τις αγωνίες, τα προβλήματα, τις ανησυχίες, τις απογοητεύσεις, τις χαρές μας. Κρατάμε μόνο τις καλές αναμνήσεις και συνεχίζουμε. Την ουσία. Όλα τα άλλα είναι περιττά.